Ο «Λίδερ Μάξιμο», που κυβέρνησε τη χώρα του με σιδηρά πυγμή από την επανάσταση του 1959 απεβίωσε την Παρασκευή το βράδυ σε ηλικία 90 ετών. Ο ηγέτης της κουβανικής επανάστασης Φιντέλ Κάστρο πέρασε πια στην ιστορία.
Ακολουθούν μερικά αποσπάσματα από τον αυτοβιογραφικό του λόγο μέσα από το βιβλίο «Εκατό ώρες με τον Φιντέλ» του Ιγνάσιο Ραμονέ (εκδόσεις Πατάκη, 2007):
«Από πολύ νωρίς άρχισα να βλέπω και να ζω πράγματα άδικα...
Ότι φυσικά δε γεννήθηκα επαναστάτης, γεννήθηκα όμως, όπως σας είπα, αντάρτης. Νομίζω ότι πολύ νωρίς, στο σχολείο, στο σπίτι μου, άρχισα να βλέπω και να ζω πράγματα που ήταν άδικα. Είχα γεννηθεί σε μια μεγάλη ιδιοκτησία και ήξερα πώς ήταν τα πράγματα. Έχω μια ανεξίτηλη εικόνα του πώς ήταν ο καπιταλισμός στην επαρχία. Δε θα σβήσουν ποτέ από το μυαλό μου οι εικόνες τόσων ταπεινών ανθρώπων, εκεί στο Μπιράν, πεινασμένων, ξυπόλυτων, που ζούσαν εκεί στα πέριξ, ειδικά των εργατών στις μεγάλες αμερικανικές επιχειρήσεις ζάχαρης, όπου η κατάσταση ήταν πολύ χειρότερη, που έρχονταν να ζητήσουν από τον πατέρα μου να τους βρει μια λύση. Όπως είπα, ο πατέρας μου δεν ήταν εγωιστής ιδιοκτήτης.
Επίσης έπεσα θύμα ορισμένων πραγμάτων. Και άρχισα να αποκτώ κάποιες αντιλήψεις περί δικαιοσύνης και αξιοπρέπειας, ορισμένες αξίες. Έτσι λοιπόν διαμορφώθηκε ο χαρακτήρας μου, μέσα από ζόρια που πέρασα, δυσκολίες που χρειάστηκε να υπερπηδήσω, συγκρούσεις που αντιμετώπισα, αποφάσεις που πήρα, εξεγέρσεις… Και όσο με αφορά αρχίζω να αμφισβητώ όλη εκείνη την κοινωνία, κανονικά, μαθαίνω να σκέφτομαι με κάποια λογική, να αναλύω τα πράγματα. Χωρίς κανείς να με βοηθήσει.
Πολύ νωρίς όλες αυτές οι εμπειρίες μ’ έκαναν να θεωρώ αδιανόητη την κακομεταχείριση, την αδικία ή την απλή ταπείνωση άλλου ανθρώπου. Άρχισα να αποκτώ συνείδηση. Ποτέ δεν αποδέχτηκα την κακομεταχείριση. Απέκτησα βαθιά αίσθηση της δικαιοσύνης, μια ηθική, μια αίσθηση της ισότητας. Όλ’ αυτά, μαζί με μια ιδιοσυγκρασία αναμφισβήτητα αντάρτικη, πρέπει να άσκησαν μεγάλη επιρροή στην πολιτική και επαναστατική μου κλίση.
(…) Ίσως κάποιες ιδιαίτερες συνθήκες της ζωής μου μ’ έκαναν να αντιδράσω έτσι. Πέρασα κάποια ζόρια από πολύ νωρίς και άρχισα πράγματι να αποκτώ, ίσως γι’ αυτό, στόφα αντάρτη. Λένε για τους «επαναστάτες χωρίς αιτία» αλλά εγώ νομίζω, όταν θυμάμαι, ότι ήμουν επαναστάτης με πολλές αιτίες και ευχαριστώ τη ζωή που συνέχισα όλο αυτό τον καιρό να είμαι επαναστάτης.
Ακόμα και σήμερα και ίσως ακόμα πιο δικαιολογημένα, επειδή έχω περισσότερες ιδέες, επειδή έχω περισσότερη εμπειρία, επειδή έμαθα πολλά από τον ίδιο μου τον αγώνα και καταλαβαίνω καλύτερα αυτή τη γη όπου γεννηθήκαμε κι αυτό τον κόσμο όπου ζούμε.
Ανακάλυψα τα υλικά του μαρξισμού...
Είχα διαβάσει πολλά από τα βιβλία που δημοσιεύτηκαν για τους πολέμους της Ανεξαρτησίας στην Κούβα. Μπαίνοντας στο πανεπιστήμιο ήρθα σε πιο στενή επαφή με τις ιδέες γύρω από την πολιτική οικονομία και πολύ σύντομα, με τα ίδια τα κείμενα που μοιράζονταν εκεί, συνειδητοποίησα το παράλογο της καπιταλιστικής θεωρίας.
Ανακάλυψα αργότερα τα υλικά του μαρξισμού, όπως σας είπα. Είχα ήδη ανακατευτεί με τα πολιτικά, αλλά στο πρώτο έτος δεν είχα μελετήσει σε βάθος το μάθημα που λεγόταν «πολιτική οικονομία», γι’ αυτό δεν έδωσα καν εξετάσεις.
Το δίδασκε ένας καθηγητής πολύ αυστηρός, ο καθηγητής Πορτέλακαι, όπως σας είπα, το περιεχόμενό του κάλυπτε εννιακόσιες σελίδες ύλης τυπωμένης σε μεγάλες και μερικές φορές μουντζουρωμένες σελίδες χαρτιού με πολύγραφο. Μίλησα ήδη γι’ αυτό. Όταν αποφασίζω να μελετήσω σε βάθος, αρχίζω να πέφτω πάνω στις θεωρίες για το νόμο της αξίας και τις διάφορες ερμηνείες. Ήταν η πολιτική οικονομία που έδιναν στους νέους της αστικής τάξης.
Εκεί άρχισα να αμφισβητώ το σύστημα. Από μόνος μου έφτασα στο συμπέρασμα ότι η καπιταλιστική οικονομία ήταν παράλογη. Γιατί εγώ αυτό που ήμουν, όπως σας ανέφερα ήδη, προτού ανακαλύψω τα μαρξιστικά ή τα λενινιστικά υλικά, είναι ουτοπικός κομουνιστής. Ουτοπικός κομουνιστής είναι αυτός που δεν ξεκινάει από επιστημονική ή ιστορική βάση, αλλά που κάτι του φαίνεται πολύ λάθος και ότι δεν είναι σωστό και ότι υπάρχει φτώχεια, αδικίες, ανισότητες…
Επίσης διαθέτει κανείς πια κάποια ηθική, σας είπα ότι η ηθική μάς ήρθε βασικά μέσω του Μαρτί. Με βοήθησε πολύ η ζωή, το πώς έζησα, και το πώς είδα αυτό που έζησα. Όταν μιλούσαν για τις «κρίσεις υπερπαραγωγής» και για την «ανεργία» και άλλα προβλήματα, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι το σύστημα εκείνο δεν ήταν καλό. Το μάθημα «Ιστορία των κοινωνικών δογμάτων», του Ραούλ Ρόα, που ήταν αριστερός καθηγητής και είχε μελετήσει μαρξισμό· κι άλλο ένα μάθημα που λεγόταν «Οι εργατικές νομοθεσίες», ο καθηγητής του οποίου, ο Αουρελιάνο Σάντσες Αράνγκο, ήταν επίσης αριστερός, με βοήθησαν να εμβαθύνω στη σκέψη μου.
Αν τον Οδυσσέα αιχμαλώτισε το τραγούδι των σειρήνων, εμένα μ’ αιχμαλώτισαν οι αναμφισβήτητες αλήθειες της μαρξιστικής καταγγελίας
Ένα από τα πρώτα κείμενα του Μαρξ που διαβάζω, όπως σας είπα, ήταν το Κομουνιστικό Μανιφέστο. Ασκεί επάνω μου μεγάλη επιρροή, γιατί αρχίζω να καταλαβαίνω ορισμένα πράγματα, επειδή είχα γεννηθεί σ’ ένα λατιφούντιο τριγυρισμένο επιπλέον από άλλα τεράστια λατιφούντια και ήξερα πώς ήταν εκεί η ζωή των ανθρώπων. Είχα την εμπειρία στο πετσί μου θα μπορούσαμε να πούμε, του τι σημαίνει ιμπεριαλισμός, κυριαρχία, υποταγμένες, διεφθαρμένες, καταπιεστικές κυβερνήσεις. Στο Ορθόδοξο Κόμμα κατάγγελλαν αυτή την κακομεταχείριση, αυτή τη διαφθορά. Αλλά βρισκόμουν κιόλας αριστερά των ορθόδοξων.
Διάβαζα με απληστία από τότε και στο εξής τα μαρξιστικά κείμενα, που με προσέλκυαν ολοένα και περισσότερο. Διέθετα πια βαθιά ριζωμένα αισθήματα δικαιοσύνης και συγκεκριμένες ηθικές αξίες. Απεχθανόμουν τις ανισότητες, την κακομεταχείριση. Ένιωθα να με κατακτούν εκείνα τα κείμενα. Ήταν σαν πολιτική αποκάλυψη των συμπερασμάτων στα οποία είχα καταλήξει από μόνος μου. Μερικές φορές είπα ότι αν τον Οδυσσέα τον αιχμαλώτισε το τραγούδι των σειρήνων, εμένα μ’ αιχμαλώτισαν οι αναμφισβήτητες αλήθειες της μαρξιστικής καταγγελίας. Είχα αναπτύξει ουτοπικές ιδέες, τώρα ένιωθα ότι πατούσα σε πιο στέρεο έδαφος.
Ο μαρξισμός μου έμαθε τι ήταν η κοινωνία. Ήμουν σαν ελάφι στο δάσος ή κάποιος στο δάσος που δεν ξέρει τίποτα, ούτε πού πέφτει ο βορράς και ο νότος. Αν δεν καταφέρεις να κατανοήσεις πραγματικά την ιστορία της πάλης των τάξεων ή τουλάχιστον τη σαφή ιδέα ότι η κοινωνία είναι διαιρεμένη ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς, είσαι χαμένος στο δάσος, χωρίς να ξέρεις τίποτα.
Μετά είναι η στιγμή που ανακαλύπτω ότι είμαι ένας από αυτούς τους ουτοπιστές, καταλαβαίνετε
Εντάξει, σε πολλούς, η κοινωνία έτσι όπως ήταν φαινόταν το πιο φυσικό πράγμα του κόσμου, όπως και η οικογένεια στους κόλπους της οποίας γεννιέται ή το χωριό όπου ζει. Ολ’ αυτά ήταν πολύ οικεία, παλαιά συνήθεια. Αν σ’ όλη του τη ζωή κανείς ακούει: «Αυτός είναι ιδιοκτήτης ενός αλόγου, αυτός είναι ιδιοκτήτης ενός μποΐο κι αυτός είναι ιδιοκτήτης μιας τεράστιας έκτασης και όλων όσων υπάρχουν πάνω της», ποτέ δε θα του φανεί παράξενο. Η ιδέα της ιδιοκτησίας ήταν οικουμενική, εφαρμόσιμη σε όλα τα πράγματα, ακόμα και στα παιδιά. Αυτός είναι γιος του τάδε κι αυτή είναι γυναίκα του άλλου, όλα είναι ιδιοκτησία κάποιου. Όμως αυτή η ιδέα της ιδιοκτησίας εφαρμόζεται στα πάντα, στο άλογο, στο φορτηγό, στο αγρόκτημα, στο εργοστάσιο, στο σχολείο, εκτός από τα αγαθά που είναι δημόσια.
Ο πολίτης γεννιέται σε μια καπιταλιστική κοινωνία βυθισμένος στην ιδέα της ιδιοκτησίας, γι’ αυτόν τα πάντα είναι ιδιοκτησία, και είναι πολύ ιερό το δικό του ζευγάρι παπούτσια, ο γιος και η γυναίκα, όπως κι εκείνο το εργοστάσιο όπου υπάρχει ένας κύριος που είναι ο ιδιοκτήτης και το διοικεί και του κάνει τη χάρη να του δώσει μια δουλίτσα και εκμεταλλεύεται κόσμο αδαή, που δεν ξέρει ούτε να γράφει ούτε να διαβάζει. Γιατί οι καπιταλιστές χρησιμοποιούν πολύ την ψυχολογία, πράγμα που συχνά οι σοσιαλιστές δεν κάνουν. Ο σοσιαλιστής διοικητής νομίζει ότι αυτό είναι το καθήκον ενός εργαζόμενου, ενώ ο καπιταλιστής ξέρει ότι ο εργαζόμενος είναι κάποιος που του παράγει υπεραξία.
Παρ’ όλο που δεν ξέρει συνειδητά τι είναι η υπεραξία, γι’ αυτόν όλα είναι πολύ φυσικά· αυτός οργάνωσε, έψαξε να βρει μερικά λεφτουδάκια, έστησε μια επιχείρηση, έγινε πλούσιος, ακόμα και εξαιρετικά πλούσιος. Τότε, εντάξει, ο κόσμος ζούσε σε τόσο ταπεινές και μειονεκτικές συνθήκες ώστε έβλεπε ακόμα κι έναν από εκείνος τους πολιτικούς, που εν γνώση του ήταν ο πιο πλούσιος και διεφθαρμένος τύπος, ακόμα και με θαυμασμό…
Όταν άρχισα να επεξεργάζομαι θεωρίες -στις αρχές των σπουδών μου πάνω στην οικονομία- τότε ακριβώς ήταν που έμαθα ότι υπάρχει ο Καρλ Μαρξ και ότι υπάρχει ο σοσιαλισμός, υπάρχουν οι μαρξιστές, υπάρχουν οι κομουνιστές και υπήρξαν οι ουτοπιστές. Μετά είναι η στιγμή που ανακαλύπτω ότι είμαι ένας από αυτούς τους ουτοπιστές, καταλαβαίνετε;
«Όλη η δόξα του κόσμου χωράει σ’ έναν κόκκο καλαμπόκι»
Ποια ήταν τα τρία βασικά πράγματα που δέχτηκα; Από το Μαρτί, έμπνευση, το παράδειγμά του και πολλά πράγματα ακόμα, αλλά δεχτήκαμε, στην ουσία, την ηθική, πάνω απ’ όλα, την ηθική. Όταν είπε εκείνη τη φράση, που ποτέ δε θα ξεχάσω: «Όλη η δόξα του κόσμου χωράει σ’ έναν κόκκο καλαμπόκι», αυτό μου φάνηκε απίστευτα όμορφο, μπροστά σε τόση ματαιοδοξία και φιλοδοξίες που έβλεπες παντού. Η ηθική, ως συμπεριφορά, είναι ουσιώδης, ένας αμύθητος πλούτος. Επίσης υπάρχει πατριωτισμός, υπάρχει ιστορία, υπάρχουν παραδόσεις, σας διηγήθηκα κάποια από αυτά τα πράγματα.
Από το Μαρξ δεχτήκαμε την έννοια του τι είναι η ανθρώπινη κοινωνία· διαφορετικά, κάποιος που δεν το έχει διαβάσει ή δεν του το έχουν εξηγήσει, είναι σαν να τον έχουν βάλει στη μέση ενός δάσους, νύχτα, χωρίς να ξέρει πού βρίσκεται ο βορράς, ο νότος, η ανατολή και η δύση. Ο Μαρξ μάς έδωσε την ιδέα τού τι είναι η κοινωνία και η ιστορία της ανάπτυξης της ανθρώπινης κοινωνίας. Χωρίς τον Μαρξ δεν μπορείτε να διατυπώσετε καμιά συνταγή με τρόπο ώστε να ερμηνεύει με ακρίβεια τα ιστορικά γεγονότα, ποιες είναι οι τάσεις, η εξέλιξη μιας ανθρωπότητας που δεν έχει σταματήσει να εξελίσσεται. Το ξέρετε πολύ καλά αυτό, Ραμονέ, μα πάρα πολύ καλά!
Εσάς και πολλούς ανθρώπους στον κόσμο μας ανησυχούν δόγματα και θεωρίες όπως η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, σήμερα της μόδας, που θα τρομοκρατούσαν έναν άνθρωπο την εποχή της αποικιοκρατίας· θα τρομοκρατούσαν το Μαρτί όταν η Κούβα ήταν αποικία της Ισπανίας· θα τρομοκρατούσαν την ανθρωπότητα πριν από μόλις τριάντα χρόνια. Πολλά σημαντικά πράγματα, των οποίων έχουμε συνείδηση.
Είχα πυξίδα: ήταν αυτά που βρήκα στο Μαρξ και στο Λένιν
Θυμηθείτε ότι ήμουν πια μισο-διεθνιστής, είχα ήδη πάει στην Μπογοτά το 1948 και είχα κινητοποιηθεί εκεί με τους φοιτητές, είχαμε ένα πρόγραμμα. Θυμηθείτε ότι ήταν, μεταξύ άλλων, ο αγώνας για τις Μαλβίνες, η επιστροφή της Διώρυγας του Παναμά, είχα ήδη συμμετάσχει στην εκστρατεία του Κάγιο Κονφίτες και άλλες αποστολές. Το πιο βασικό: ήμουν πια, το 1952, πεπεισμένος μαρξιστής-λενινιστής. Εννοώ τις αξίες που απέκτησα, αυτά που έμαθα εκείνα τα χρόνια, χωρίς τα οποία δε θα είχα μπορέσει να παίξω κανένα ρόλο.
Αν ο Χριστόφορος Κολόμβος δεν είχε πυξίδα, δε θα έφτανε πουθενά. Αλλά υπήρχε η πυξίδα, εγώ είχα πυξίδα: ήταν αυτά που βρήκα στο Μαρξ και στο Λένιν. Και η ηθική -ξαναλέω- που βρήκα στο Μαρτί. Ίσως υπήρξε επιρροή και από άλλους παράγοντες· ήμουν αθλητής και ανέβαινα βουνά· επηρεάζουν οι συνθήκες, η ζωή με βοήθησε.
Όταν γίνεται το πραξικόπημα του Μπατίστα το 1952, επεξεργάζομαι μια στρατηγική για το μέλλον: να προωθήσω ένα επαναστατικό πρόγραμμα και να οργανώσω μια λαϊκή εξέγερση. Από εκείνη τη στιγμή διαθέτω πια πλήρη αντίληψη περί αγώνα και τις βασικές επαναστατικές ιδέες, τις ιδέες που βρίσκονται στο Η Ιστορία θα με αθωώσει. Διέθετα ήδη την ιδέα που ήταν απαραίτητη για την κατάληψη της εξουσίας με επανάσταση. Ξεκινούσε από εκείνο που θα συνέβαινε μετά τις εκλογές της 1ης Ιουνίου εκείνης της χρονιάς. Τίποτα δε θ’ άλλαζε. Θα επαναλαμβανόταν για άλλη μια φορά η απογοήτευση και η διάψευση των ελπίδων. Και δεν ήταν δυνατόν να επιστρέψουμε σ’ εκείνη την πεπατημένη που ποτέ δεν επρόκειτο να οδηγήσει πουθενά».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.