Έκθεση της Επιτροπής INGE διέγνωσε πολύμορφες απόπειρες παρέμβασης της Ρωσίας αλλά και της Κίνας στην πολιτική ζωή του μπλοκ, ενώ ευρωβουλευτές κατονόμασαν συγκεκριμένα πολιτικά πρόσωπα και επενδύσεις που αποτελούν δυνητική απειλή για τη Δημοκρατία στην Ευρώπη
«Δεν έχουμε πόλεμο, έχουμε όμως ειρήνη;». Το ερώτημα του γάλλου ευρωβουλευτή της ομάδας των Σοσιαλδημοκρατών και επικεφαλής της ειδικής επιτροπής για τις Εξωτερικές Παρεμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης της παραπληροφόρησης, σε όλες τις δημοκρατικές διαδικασίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση (INGE), Ραφαέλ Γκλούκσμαν, είναι ενδεικτικό του κλίματος που επικράτησε στη σημερινή ενημέρωση Τύπου του Γραφείου του Ευρωκοινοβουλίου στην Αθήνα.
Αφορμή ήταν η ολοκλήρωση της έρευνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου «γύρω από τους τρόπους με τους οποίους ξένες κακόβουλες δυνάμεις χειραγωγούν την πληροφόρηση και παρεμβαίνουν στο εσωτερικό της ΕΕ με σκοπό να υπονομεύσουν τις δημοκρατικές της διαδικασίες» και τα μέτρα αντιμετώπισης απειλών αυτής της μορφής.
Μπορεί, λοιπόν, η Ευρώπη να μην βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση, όμως εμπλέκεται ενεργά στον λεγόμενο «πόλεμο της πληροφορίας» και αντιμετωπίζει αυτά που έχει εντοπίσει ως ρωσικές αλλά και κινεζικές παρεμβάσεις ως απειλές για τους ίδιους τους θεσμούς, τις αξίες και τον συνεκτικό ιστό που επιτρέπουν την ύπαρξή της. Έτσι, η παρουσίαση των συμπερασμάτων της Επιτροπής, συνοδεύτηκε από μια σειρά από συστάσεις για «αρνητικά» και «θετικά» μέτρα, που κατά τον Γκλούκσμαν έχουν στόχο να αφυπνίσουν τις ευρωπαϊκές ελίτ «από το μεταμοντέρνο κώμα» στο οποίο βρίσκονταν πριν τη ρωσική εισβολή και να ενισχύσουν τους δημοκρατικούς θεσμούς στο εσωτερικό του μπλοκ, εμπλέκοντας όσο το δυνατόν περισσότερο και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.
Συγκεκριμένα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατέληξε στις ακόλουθες συστάσεις:
- δημόσια χρηματοδότηση σε πλουραλιστικά και ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης ευρείας κυκλοφορίας, σε δημοσιογράφους, ελεγκτές γεγονότων και ερευνητές
- να εξεταστεί το ενδεχόμενο ανάκλησης της άδειας λειτουργίας οργανισμών που προωθούν ξένη κρατική προπαγάνδα
- οι πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης, οι οποίες χρησιμοποιούνται ως μέσα εξωτερικής παρέμβασης, πρέπει υποχρεωτικά να σταματήσουν να προωθούν «ψεύτικους» λογαριασμούς που διαδίδουν παραπληροφόρηση από το εξωτερικό, συμπεριλαμβανομένων και λογαριασμών σε άλλες γλώσσες εκτός των αγγλικών
- τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια θα πρέπει να επανεξετάσουν τη συνεργασία τους με τα ινστιτούτα Κομφούκιου, τα οποία λειτουργούν ως πλατφόρμες προώθησης των κινεζικών συμφερόντων
να αποσαφηνιστούν οι «άκρως ακατάλληλες» σχέσεις μεταξύ ορισμένων ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και της Ρωσίας - να απαγορευθεί η χρηματοδότηση ευρωπαϊκών και εθνικών πολιτικών κομμάτων από το εξωτερικό
- να βελτιωθεί επειγόντως η ασφάλεια στον κυβερνοχώρο και να τεθεί εκτός νόμου η χρήση λογισμικού κατασκοπείας, όπως το Pegasus
- να καταστεί δυσκολότερη η πρόσληψη πρώην πολιτικών μεγάλου κύρους από ξένους παράγοντες μετά τη λήξη των καθηκόντων τους.
Υπαρξιακή απειλή για την Ευρώπη οι ξένες παρεμβάσεις
Η ενημέρωση, ιδίως όταν τον λόγο είχε ο Γκλούκσμαν, χαρακτηρίστηκε από μια ασυνήθιστη ευθύτητα. Ο γάλλος ευρωβουλευτής και πρώην δημοσιογράφος χαρακτήρισε ανοιχτά τη Ρωσία – δευτερευόντως και την Κίνα – ως εχθρικές προς την Ευρώπη δυνάμεις που επιδιώκουν να υποσκάψουν τα δημοκρατικά θεμέλια των κρατών-μελών του μπλοκ και επομένως την εσωτερική συνοχή τους, ενώ τόνισε ότι κατά τη γνώμη του «η Δημοκρατία δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς προστασία». Υποστηρίζοντας ότι το ζήτημα δεν είναι ούτε γεωστρατηγικό, ούτε ιδεολογικό, αλλά στην ουσία του υπαρξιακό, κατονόμασε συγκεκριμένα πολιτικά πρόσωπα, επενδύσεις και κρατικές πολιτικές που ανοίγουν Κερκόπορτες προς ξένες παρεμβάσεις και επέστησε την προσοχή στην ανάγκη συμπερίληψης των πολιτών στον κατά την κρίση του διαφαινόμενο αγώνα για τη Δημοκρατία στην ήπειρο, κατά τις καλές πρακτικές που η Επιτροπή διαπίστωσε ότι εφαρμόζονται επιτυχώς στην Ταϊβάν.
Αιχμάλωτες ελίτ και χρυσές βίζες
Συγκεκριμένα, στη διάρκεια των τοποθετήσεών του, ο Γκλούκσμαν έκανε λόγο για «αιχμαλωσία των ελίτ», αναφερόμενος σε πολιτικά πρόσωπα όπως ο Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο Φρανσουά Φιγιόν και ο Νικολά Σαρκοζί, οι οποίοι αμέσως μετά τη λήξη της θητείας τους στην ηγεσία της Γερμανίας και της Γαλλίας αντιστοίχως, συνδέθηκαν με ρωσικά επιχειρηματικά συμφέροντα. Ταυτόχρονα, στάθηκε στην απειλή που προκύπτει από την χορήγηση «χρυσών βίζα» από κράτη όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, αλλά και από την εξαγορά υποδομών, όπως το λιμάνι του Πειραιά, από κινεζικά συμφέροντα.
Παραθέτοντας διαφορετικές μορφές ξένων αποπειρών παρέμβασης στην ευρωπαϊκή πολιτική, από την παραπληροφόρηση και τις κυβερνοεπιθέσεις, μέχρι τα «εχθρικά συμφέροντα στις υποδομές» και τη χρηματοδότηση πολιτικών κομμάτων και εκστρατειών στην Ευρώπη, σημείωσε ότι η Επιτροπή συμπεραίνει ότι πρόκειται για ένα συστημικό πρόβλημα που απαιτεί αντιστοίχως συστημικές λύσεις.
«Πνευματική επανάσταση»
Πέραν της ενίσχυσης των εργαλείων που έχει στη διάθεσή του το μπλοκ για την αποτροπή των όσων περιέγραψε ως απειλές, ο Γκλούκσμαν κάλεσε και σε «ένα είδος πνευματικής επανάστασης» στο εσωτερικό της ΕΕ με στόχο την ενίσχυση της «πολιτιστικής ασφάλειας», η οποία όπως επεσήμανε αυτή τη στιγμή απουσιάζει, συνεπεία της αίσθησης που επικρατούσε, ότι η Ένωση δρα σε έναν κόσμο «χωρίς εχθρούς». Ταυτόχρονα, παρότρυνε την Ευρώπη να εκπέμψει «μήνυμα ισχύος» προειδοποιώντας ότι «κάθε σημάδι αδυναμίας στην αντίδρασή μας, αποτελεί πρόσκληση για επιθετικότητα – και αυτό δεν αφορά μόνο την Ουκρανία, αλλά ολόκληρη την Ευρώπη».
«Στόχος του Πούτιν η αποσταθεροποίηση»
Επισημαίνοντας ότι η κυβέρνηση Πούτιν έχει υποστηρίξει σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και αντικρουόμενα μέρη στο εσωτερικό της ίδιας χώρας, όπως στην περίπτωση της Ισπανίας, ο Γκλούκσμαν επεσήμανε ότι τελικός στόχος της Ρωσίας δεν είναι απαραιτήτως η επικράτηση συγκεκριμένων πολιτικών δυνάμεων, αλλά πρωτίστως η αποσταθεροποίηση των θεσμών της Ευρώπης και ως εκ τούτου το Ευρωκοινοβούλιο θα πρέπει να περάσει σε μια περίοδο διαρκούς εγρήγορσης, επιτήρησης της κατάστασης και αναπροσαρμογής των μέτρων που λαμβάνει ενάντια στις εξωτερικές παρεμβάσεις.
Ο ρόλος των influencers
Από την πλευρά της, η Ντελφίν Κολάρντ, επικεφαλής της μονάδας Εκπροσώπων Τύπου της ΕΕ, τόνισε την ανάγκη διάκρισης μεταξύ της «τεμπέλικης δημοσιογραφίας» και της συντονισμένης προσπάθειας παραπληροφόρησης – ή «χειραγώγησης της πληροφορίας – και ανακοίνωσε ότι προτεραιότητα του Ευρωκοινοβουλίου θα είναι μεταξύ άλλων και η ευαισθητοποίηση των πολιτών, μέσω εργαλείων fact-checking, αλλά και με την εμπλοκή influencers των κοινωνικών δικτύων.
Νόμιμα και παράνομα «εργαλεία χειραγώγησης»
Στη διάκριση «των fake news από τις απόψεις, όσο ακραίες και αν είναι» στάθηκε και ο Λουτς Γκούλνερ, επικεφαλής Στρατηγικής Επικοινωνίας στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (EAAS), τονίζοντας ότι η ΕΕ είναι αντιμέτωπη με μια «εξαιρετικά συντονισμένη, συστημική και στοχευμένη κρατική». Σε αυτό το πλαίσιο, υποστήριξε ότι η απαγόρευση της εκπομπής κρατικών ρωσικών μέσων στην ΕΕ δεν εμπίπτει στο πλαίσιο της λογοκρισίας, αλλά «στην αναγνώριση μιας πραγματικής απειλής για τη Δημοκρατία μας, που έρχεται σε πολλές μορφές και δρα στις κοινωνίες μας εδώ και καιρό».
Μιλώντας για τις γενεσιουργούς αιτίες πίσω από τη δημιουργία της επιτροπής INGE, ανέτρεξε στα γεγονότα γύρω από την προσάρτηση της Κριμαίας, σημειώνοντας ότι ήδη υπήρχαν σαφείς ενδείξεις δημιουργίας δομών μέσω των οποίων η Ρωσία θα μπορούσε να χειραγωγήσει την ενημέρωση όχι μόνο στο εσωτερικό της, αλλά και διεθνώς, ενώ τόνισε ότι «τα μάτια μας άνοιξαν κυρίως με τις αμερικανικές εκλογές του 2016, την έκθεση Μιούλερ και τις τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν εκεί».
«Η Ρωσία έχει τελειοποιήσει ένα σύστημα στο οποίο όλες αυτές οι δομές έχουν συντονιστεί», υποστήριξε, συμπληρώνοντας ότι πρόκειται για έναν συνδυασμό νόμιμων διπλωματικών εργαλείων (εκπροσώπων Τύπου, διπλωματών, κλπ) και «πόρταλ πληροφόρησης» που «στην πραγματικότητα συνδέονται άμεσα με τις ρωσικές υπηρεσίες», υπόγειας δραστηριότητας στα κοινωνικά δίκτυα με χρήση ψεύτικων προφίλ, αλλά και «δομών και δικτύων που έχουν δημιουργηθεί για να επηρεάσουν ή να μπερδέψουν τους ανθρώπους και να δημιουργήσουν αναστάτωση και διχογνωμία στις κοινωνίες».
Μέτρα και μαύρες λίστες
Ως αντίδραση στα παραπάνω, ο Γκούλνερ παρότρυνε σε τέσσερις κινήσεις: την ευαισθητοποίηση στο εσωτερικό της ΕΕ, την ενίσχυση των εργαλείων αντιμετώπισης του προβλήματος, τη συνεργασία με τις πλατφόρμες κοινωνικών δικτύων και τη θέσπιση ορίων στη δραστηριότητα των εταιρειών τεχνολογίας, και την άμεση παρέμβαση της ΕΕ όπου χρειάζεται, μέσω μηχανισμών κυρώσεων, όπως στην περίπτωση του Sputnik και του RT.
Απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις δημοσιογράφων, ο Γκλούκσμαν ξεκαθάρισε ότι το ζήτημα της λεγόμενης «αιχμαλωσίας των ελίτ» θα πρέπει να μας απασχολήσει ιδιαίτερα, αφού συνδέεται με «πολιτικά λάθη» που οδήγησαν στην ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία, ενώ ταυτόχρονα πρόκειται για ένα φαινόμενο που ίσως μας απασχολήσει εκ νέου σε περίπτωση κινεζικής εισβολής στην Ταϊβάν. Για αυτό το σκοπό, υποστήριξε ότι θα πρέπει να συγκεντρωθεί η πολιτική βούληση για τη σύνταξη μιας λίστας «προβληματικών οντοτήτων» που δεν θα μπορούν να προσλάβουν πρώην ηγέτες κρατών και άλλες σημαντικές πολιτικές φιγούρες, αναγνωρίζοντας ότι πρόκειται για μια κίνηση που ίσως μοιάζει αδιανόητη αυτή τη στιγμή, αλλά προσθέτοντας ότι όπως συνέβη και με την ανακοίνωση για εξοπλισμό της Γερμανίας, θα μπορούσε να μετατραπεί σε πραγματικότητα μέσα σε λίγες ημέρες, στο τεταμένο διεθνές κλίμα των ημερών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.