Λίγες ημέρες μετά την πρώτη κουβέντα, για την ιστορία της Δημοκρατίας, από τον Δάσκαλο, ξαναβρέθηκαν ο Βαγγέλης με την υπόλοιπη παρέα τους και τον παρακάλεσαν να την συνεχίσει. Εκείνος χάρηκε, που του έδιναν την ευκαιρία να τους ενημερώσει, για πράγματα που δεν τα έλεγαν πια ούτε στα σχολεία, μα τους ρώτησε αν άντεχαν κι άλλο τον μονόλογό του. Όλοι, όμως, ήταν πρόθυμοι να τον ακούσουν. Εξ άλλου, θα είχαν χρόνο σε άλλες συζητήσεις, να ανταλλάξουν γνώμες, που θα ήταν πιο σωστές, αφού θα είχαν μάθει περισσότερα πράγματα. Ξεκίνησε, λοιπόν, ο Δάσκαλος και είπε :
« Θυμάστε που σας είπα ότι οι γιοί του Πεισίστρατου, διοίκησαν αυταρχικά την Πόλη τους και οι άνθρωποι ξεσηκώθηκαν εναντίον τους Μετά από ένα κακό, χίλια κακά έρχονται, έλεγαν οι παππούδες μας. Έτσι και μετά από σκληρούς άρχοντες, ξεκινούν πολλές φασαρίες και καυγάδες και φουντώνει η αγωνία, για το ποιος θα τους διαδεχθεί, ώστε να γλυτώσει ο Λαός από τα βάσανά του.
Ο Κλεισθένης ήταν ένα γενναίο παλικάρι, από μια μεγάλη γενηά, που είχε τραβήξει πολλά από τους σκληρούς τυράννους της Αθήνας, επειδή δεν δέχονταν να σκύβει το κεφάλι στις άδικες απαιτήσεις τους. Είχαν εξορίσει μακρυά, πολλούς από την οικογένεια του και τον ίδιο τον έδιωξαν τρεις φορές, από την Πόλη. Είχαν πάρει τα σπίτια από την οικογένειά του και κάποιους τους είχαν σκοτώσει. Γενικά είχαν περάσει πολλά κακά, επί πολλά χρόνια, διότι έλεγαν πως οι Αθηναίοι δεν χρειάζονταν άρχοντες, που να τους κυβερνούν και μάλιστα τυραννικά, αλλά ότι όλοι οι άνθρωποι, μονοιασμένοι, μπορούσαν να αποφασίζουν για όλα και να περνούν όλοι καλά. Υποστήριζαν, δηλαδή, αυτά που αργότερα ονόμασαν Δημοκρατία.
Άκουσαν οι Αθηναίοι αυτά που έλεγε, τους άρεσαν και ακολούθησαν τις οδηγίες του, για το πώς θα γινόταν η μετατροπή. Κατάλαβαν ότι για να πάνε μπροστά, έπρεπε να αναλάβουν οι ίδιοι ευθύνες και να βάλουν, πάνω από το δικό τους συμφέρον, τον αγώνα για το καλό της Πόλης. Η Πόλη δεν θα ανήκε πια στον Άρχοντα, αλλά στους ίδιους και αυτοί, από εκεί και πέρα, θα αποφάσιζαν για το κάθε τι.
Εκείνους που χρειάζονταν για να λειτουργεί η Πόλη σωστά, δεν θα τους όριζε πια κανένα αφεντικό, αλλά οι ίδιοι θα έβαζαν μεταξύ τους κλήρο, για το ποιός θα έκανε το κάθε χρειαζούμενο, για να κουμαντάρεται δίκαια η Πολιτεία τους.
Για να μην υπάρχει φόβος, κάποιοι να ξεγελούν και να κάνουν τα δικά τους, μαζεύονταν πολλοί για να αποφασίζουν στην Εκκλησία του Δήμου, στην Βουλή, στην Ηλιαία, ανάλογα στο θέμα. Όλοι οι Αθηναίοι ήταν 28.000 περίπου και όταν συνεδρίαζε η Εκκλησία του Δήμου ήταν επί τόπου ακόμη και 6000, ενώ στην Βουλή και στην Ηλιαία ήταν από 500 άτομα.
Δηλαδή, ό ένας στους τέσσερεις Αθηναίους, είχε κάθε φορά, αξίωμα και συγκεκριμένο ρόλο, μέσα στην Πολιτεία και σέβονταν ό ένας τον άλλο και την γνώμη του
Για να είναι σίγουροι πως αυτοί που κληρώνονταν μπορούσαν να παίξουν τον ρόλο τους σωστά, μια ομάδα από 30 σοφούς ανθρώπους, τους εξέταζε έναν-έναν, μετά την κλήρωσή τους, για να διαπιστώσουν αν είναι καλοί και ικανοί πολίτες να υπηρετήσουν το αξίωμα για το οποίο προοριζόταν . Αυτήν την εξέταση την έλεγαν Δοκιμασία και γινόταν δημόσια, για να μην μπορεί κανένας να πει ψέματα, αφού όλοι γνωρίζονταν μεταξύ τους. Αυτήν την κατάσταση, που όλη την δύναμη, το «κράτος», όπως έλεγαν εκείνοι, την είχαν οι πολλοί, ο Δήμος, την ονόμασαν Δημοκρατία.
Δεν αντέχω να μην σας πω ότι σήμερα και αγράμματος εντελώς, ή όσο άσχετος κι αν είναι μπορεί να γίνει βουλευτής, άμα παραμυθιάσει τον κόσμο. Δεν υπάρχει κανένας περιορισμός ικανότητας. Ας πάμε πάλι στο τότε. Ευχαριστημένοι, οι Αθηναίοι, από τον τρόπο που διοικούσαν οι ίδιοι την πόλη τους, την αγαπούσαν πολύ και έκαναν τα πάντα για να προοδεύει και να μένει ελεύθερη, από κατακτητές.
Με τα χρόνια, γεννήθηκε και ένας σπουδαίος άνθρωπος, ο Περικλής, που τους βοήθησε να αποκτήσουν, σαν κράτος, παραπάνω δύναμη, να περνούν όλοι καλά και να μετατρέψουν την πόλη τους σε κέντρο του πιο φημισμένου πολιτισμού του κόσμου.
Αυτά εφαρμόστηκαν για 100, περίπου, χρόνια, μέχρι που πήγε στην Αθήνα ο Μέγας Αλέξανδρος, που σαν νικητής στρατηλάτης είχε τον πάνω λόγο για όλα. Μετά, οι διάδοχοί του κατάργησαν, ουσιαστικά, αυτόν τον δημοκρατικό τρόπο διοίκησης, αφού η Αθήνα ήταν πια μια κατακτημένη πόλη. Έμεινε, όμως, στο μυαλό της Οικουμένης σαν ένα άστρο που λάμπει, ακόμη και σήμερα, στον ουρανό της Ιστορίας. Θυμίζει πόσα σπουδαία πράγματα είχαν καταφέρει οι Αθηναίοι και πόσο πολλά έχουν προσφέρει στον πολιτισμό και στην πολιτική, επειδή δεν περίμεναν κάποιους να νοιαστούν γι αυτούς, αλλά είχαν αποφασίσει να μοιραστούν, όλοι μεταξύ τους, όλες τις ευθύνες, μόνοι τους να αποφασίζουν, για το κάθε τι και να κάνουν όλοι τα πάντα για να επιτύχουν αυτό που οι ίδιοι είχαν αποφασίσει. .
Θα αναρωτιέστε πως φτάσαμε σήμερα σ’ ατά τα χάλια, και τι είναι αυτό που λένε, τώρα, Δημοκρατία και που καμμιά σχέση δεν έχει με αυτά που σας είπα. Θα σας την πω μια άλλη τελευταία φορά, με την ελπίδα ότι θα έχουν λυθεί οι απορίες του Βαγγέλη και οι δικές σας.
Την Τετάρτη, που μας έρχεται, θα τελειώσουμε την κουβέντα, για τα παληά και θα συνεχίσουμε , μετά, με τα προβλήματα του Σήμερα. .»
« Θυμάστε που σας είπα ότι οι γιοί του Πεισίστρατου, διοίκησαν αυταρχικά την Πόλη τους και οι άνθρωποι ξεσηκώθηκαν εναντίον τους Μετά από ένα κακό, χίλια κακά έρχονται, έλεγαν οι παππούδες μας. Έτσι και μετά από σκληρούς άρχοντες, ξεκινούν πολλές φασαρίες και καυγάδες και φουντώνει η αγωνία, για το ποιος θα τους διαδεχθεί, ώστε να γλυτώσει ο Λαός από τα βάσανά του.
Ο Κλεισθένης ήταν ένα γενναίο παλικάρι, από μια μεγάλη γενηά, που είχε τραβήξει πολλά από τους σκληρούς τυράννους της Αθήνας, επειδή δεν δέχονταν να σκύβει το κεφάλι στις άδικες απαιτήσεις τους. Είχαν εξορίσει μακρυά, πολλούς από την οικογένεια του και τον ίδιο τον έδιωξαν τρεις φορές, από την Πόλη. Είχαν πάρει τα σπίτια από την οικογένειά του και κάποιους τους είχαν σκοτώσει. Γενικά είχαν περάσει πολλά κακά, επί πολλά χρόνια, διότι έλεγαν πως οι Αθηναίοι δεν χρειάζονταν άρχοντες, που να τους κυβερνούν και μάλιστα τυραννικά, αλλά ότι όλοι οι άνθρωποι, μονοιασμένοι, μπορούσαν να αποφασίζουν για όλα και να περνούν όλοι καλά. Υποστήριζαν, δηλαδή, αυτά που αργότερα ονόμασαν Δημοκρατία.
Άκουσαν οι Αθηναίοι αυτά που έλεγε, τους άρεσαν και ακολούθησαν τις οδηγίες του, για το πώς θα γινόταν η μετατροπή. Κατάλαβαν ότι για να πάνε μπροστά, έπρεπε να αναλάβουν οι ίδιοι ευθύνες και να βάλουν, πάνω από το δικό τους συμφέρον, τον αγώνα για το καλό της Πόλης. Η Πόλη δεν θα ανήκε πια στον Άρχοντα, αλλά στους ίδιους και αυτοί, από εκεί και πέρα, θα αποφάσιζαν για το κάθε τι.
Εκείνους που χρειάζονταν για να λειτουργεί η Πόλη σωστά, δεν θα τους όριζε πια κανένα αφεντικό, αλλά οι ίδιοι θα έβαζαν μεταξύ τους κλήρο, για το ποιός θα έκανε το κάθε χρειαζούμενο, για να κουμαντάρεται δίκαια η Πολιτεία τους.
Για να μην υπάρχει φόβος, κάποιοι να ξεγελούν και να κάνουν τα δικά τους, μαζεύονταν πολλοί για να αποφασίζουν στην Εκκλησία του Δήμου, στην Βουλή, στην Ηλιαία, ανάλογα στο θέμα. Όλοι οι Αθηναίοι ήταν 28.000 περίπου και όταν συνεδρίαζε η Εκκλησία του Δήμου ήταν επί τόπου ακόμη και 6000, ενώ στην Βουλή και στην Ηλιαία ήταν από 500 άτομα.
Δηλαδή, ό ένας στους τέσσερεις Αθηναίους, είχε κάθε φορά, αξίωμα και συγκεκριμένο ρόλο, μέσα στην Πολιτεία και σέβονταν ό ένας τον άλλο και την γνώμη του
Για να είναι σίγουροι πως αυτοί που κληρώνονταν μπορούσαν να παίξουν τον ρόλο τους σωστά, μια ομάδα από 30 σοφούς ανθρώπους, τους εξέταζε έναν-έναν, μετά την κλήρωσή τους, για να διαπιστώσουν αν είναι καλοί και ικανοί πολίτες να υπηρετήσουν το αξίωμα για το οποίο προοριζόταν . Αυτήν την εξέταση την έλεγαν Δοκιμασία και γινόταν δημόσια, για να μην μπορεί κανένας να πει ψέματα, αφού όλοι γνωρίζονταν μεταξύ τους. Αυτήν την κατάσταση, που όλη την δύναμη, το «κράτος», όπως έλεγαν εκείνοι, την είχαν οι πολλοί, ο Δήμος, την ονόμασαν Δημοκρατία.
Δεν αντέχω να μην σας πω ότι σήμερα και αγράμματος εντελώς, ή όσο άσχετος κι αν είναι μπορεί να γίνει βουλευτής, άμα παραμυθιάσει τον κόσμο. Δεν υπάρχει κανένας περιορισμός ικανότητας. Ας πάμε πάλι στο τότε. Ευχαριστημένοι, οι Αθηναίοι, από τον τρόπο που διοικούσαν οι ίδιοι την πόλη τους, την αγαπούσαν πολύ και έκαναν τα πάντα για να προοδεύει και να μένει ελεύθερη, από κατακτητές.
Με τα χρόνια, γεννήθηκε και ένας σπουδαίος άνθρωπος, ο Περικλής, που τους βοήθησε να αποκτήσουν, σαν κράτος, παραπάνω δύναμη, να περνούν όλοι καλά και να μετατρέψουν την πόλη τους σε κέντρο του πιο φημισμένου πολιτισμού του κόσμου.
Αυτά εφαρμόστηκαν για 100, περίπου, χρόνια, μέχρι που πήγε στην Αθήνα ο Μέγας Αλέξανδρος, που σαν νικητής στρατηλάτης είχε τον πάνω λόγο για όλα. Μετά, οι διάδοχοί του κατάργησαν, ουσιαστικά, αυτόν τον δημοκρατικό τρόπο διοίκησης, αφού η Αθήνα ήταν πια μια κατακτημένη πόλη. Έμεινε, όμως, στο μυαλό της Οικουμένης σαν ένα άστρο που λάμπει, ακόμη και σήμερα, στον ουρανό της Ιστορίας. Θυμίζει πόσα σπουδαία πράγματα είχαν καταφέρει οι Αθηναίοι και πόσο πολλά έχουν προσφέρει στον πολιτισμό και στην πολιτική, επειδή δεν περίμεναν κάποιους να νοιαστούν γι αυτούς, αλλά είχαν αποφασίσει να μοιραστούν, όλοι μεταξύ τους, όλες τις ευθύνες, μόνοι τους να αποφασίζουν, για το κάθε τι και να κάνουν όλοι τα πάντα για να επιτύχουν αυτό που οι ίδιοι είχαν αποφασίσει. .
Θα αναρωτιέστε πως φτάσαμε σήμερα σ’ ατά τα χάλια, και τι είναι αυτό που λένε, τώρα, Δημοκρατία και που καμμιά σχέση δεν έχει με αυτά που σας είπα. Θα σας την πω μια άλλη τελευταία φορά, με την ελπίδα ότι θα έχουν λυθεί οι απορίες του Βαγγέλη και οι δικές σας.
Την Τετάρτη, που μας έρχεται, θα τελειώσουμε την κουβέντα, για τα παληά και θα συνεχίσουμε , μετά, με τα προβλήματα του Σήμερα. .»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.