Υπήρχε όμως και μια σημαντική διαφορά που ήταν ότι στο πανηγύρι του Αι Παντελέμονα υπήρχαν και πολλοί αγερσανιώτες εξ Αθηνών ενώ σε αυτό το Αι Γιάννη οι περισσότεροι είχαν ήδη αναχωρήσει για την Αθήνα και οι πανηγυριώτες ήταν κυρίως ντόπιοι, Αγερσανιώτες από το χωριό και τη χώρα, Γλιναδιώτες, λόγω της θέσης του ξωκλησιού και Τριποδιώτες.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό που θυμάμαι είναι ότι στο ξωκλήσι κατέφθαναν οικογένειες με τα γαδούρια και τα μουλάρια σε σαμάρια στολισμένα από κουρελούδες και χραμάκια για να μην λερωθούν τα σκολιανά (σχολιανά από τη λέξη σχόλη,γιορτή) ρούχα, αργότερα και με τις καρότσες των πρώτων τρακτέρ εκτός των Αγερσανιωτών και πολλοί Τριποδιώτες,λιγότεροι δε Γλιναδιώτες.
Οσοι δεν ξέρουν την περιοχή θα πρέπει να γνωρίζουν ότι στη θέση που βρίσκεται το ξωκλήσι του Αι Παντελέμονα βρίσκονται κοντά κοντά τα κτήματα Αγερσανιωτών και Τριποδιωτών που ανήκουν στις τοποθεσίες Καλαμούρια και Πλάκα.
Οι πανηγυριώτες κατέφθαναν από το απόγευμα της παραμονής για να παρακολουθήσουν τον εσπερινό.Μετά τη λήξη του εσπερινού πολλοί στρατοπέδευαν εκεί για να παρακολουθήσουν την πρωινή δοξολογία ενώ αρκετοί,οι γλεντζέδες, πήγαιναν στο χωριό για να συνεχίσουν με το διασκεδαστικό μέρος της γιορτής, αυτό καθαυτό το πανηγύρι.
Με αφορμή αυτή τη μετακίνηση και “στρατοπέδευση” δημιουργήθηκε και το έθιμο ,οι ταμένοι στον Αγιο να προσφέρουν στους προσκυνητές φαγητά και ντόπιο κρασί,έθιμο που διακόπηκε για αρκετά χρόνια αλλά σε ανάμνηση συνεχίζεται και σήμερα.
Ολη η «βαβούρα»,η κίνηση και το νυφοπάζαρο γινόταν στο κάτω χωριό και ξεκίναγε από του Δημήτρη του Τουμπακάρη «Δημήτριου» το μαγαζί μέχρι του Γιώργη του Αρτσάνου «Λιαρμή» το μαγαζί όπου πραγματικά γινόταν το αδιαχώρητο.
Τα βιολιά ξεκίναγαν νωρίς με το σούρουπο και όχι όπως τώρα που ξεκινούν τα μεσάνυχτα!!!!
Ξεκινώ απαριθμώντας τις ζύες ή τέντες δηλαδή τακίμια με βιολιά και τα μαγαζιά που έπαιζαν:
Α.O Νικόλαος Ρεφενές μέσα στο χωράφι του πίσω από το σημερινό μαγαζί του γιού του Στάθη.Δεν πρόφθασα αυτή την τέντα και δεν μπορώ να πω ποιος έπαιζε αλλά έχω ακούσει ότι ήταν ο μπάρμπας της μάνας μου ο Σταμάτης ο Καπρής,ο Φάνης ο Παντελιάς και ίσως και άλλοι.Αυτοί δε τότε έπαιζαν και τραγουδούσαν χωρίς ηχητικές εγκαταστάσεις.
Β. Ο Ανδρέας ο Ζώρος «Τζογνής».Εδω θυμάμαι κάθε χρονιά να παίζει ο Μανόλης και ο Δημήτρης Φακίνος «τα μπαρμπεράκια».
Γ. Ο Γιώργης ο Κάβουρας.Θυμάμαι να παίζει βιολί ο Μιχάλης ο Στάης «Καράβολας».
Δ.Ο Γιώργης Αρτσάνος «Λιαρμής» Εδώ το τακίμι ήταν σχεδόν διαφορετικό από χρονιά σε χρονιά και από πανηγύρι σε πανηγύρι.Ο Στάθης Κουκουλάρης κ.α.έπαιζαν εδώ.Στο μαγαζί αυτό υπήρχαν τα περισσότερα τραπέζια που έπιαναν την πλατεία του μαγαζιού,το δρόμο αλλά και το οικόπεδο του Γαλανού απέναντι.
Δ.Ο Γιώργης ο Ρεφενές «Μαρτσινας» με την ωραιότερη πλατεία του χωριού και τους ευκάλυπτους της.Εδω έπαιξαν τα αδέλφια Μπαρδάνη ο Μανόλης και Γιάννης «Σταματογιάννης».
Ε. Ο Γιάννης Μαργαρίτης «Μπούνης» είχε στήσει την τέντα του μέσα στο χωράφι του Καραμανή «Νικολακάκη» με απανεμιά καλάμια και τεντόπανο για να κόβουν το βοριά και εδώ έπαιζαν διαφορετικά τακίμια.
ΣΤ.Ο Βασίλης ο Καραμανής «Προκόπης» επίσης με μεγάλη πλατεία.Εδω συνήθως έπαιζε ο κουμπάρος του Νίκος Μαστρογιαννόπουλος «Ντιβανάς» με το λαούτο του αρχικά και αργότερα με μπουζούκι.Σε αυτή την πλατεία έπαιξαν πολλές φορές οι Χατζοπουλαίοι, ο Βασίλης με το λαούτο του ,ο Μανόλης με το ακορντεόν και ο Γιάννης πατέρας του Νίκου με το κλαρίνο του.
Ζ. Ο Δημήτρης Τουμπακάρης «Δημήτριος».Τα πρώτα χρόνια τακτικό τακίμι ήταν ο Μιχάλης ο Κονιτόπουλος «Μωρός» και τα παιδιά του Γιώργος,Κώστας,Αγγελική, λαούτο ο Δημήτρης Φυρογένης, αργότερα η Γιούλα Σφυρόερα και ο Νικηφόρος Κορρές με τη Λέτα.
Στο πανηγύρι έπαιζαν και αλλοι Αξώτες οργανοπαίκτες και τραγουδιστές,όπως ο Γιώργος Μπίλης,ο Μαυροματάκιας ,ο Βοντογιώργης,ο Γιώργος Θεουδάκης,ο Δήμος Μανωλάς «Δήμος» και τα αδέλφια Γιώργος και Χρήστος Μαργιολάς καθώς και «ξενομερίτες» ανδρες και γυναίκες που έφερναν μαζί τους τα τοπικά τακίμια.
Να σημειώσουμε ότι τα «πλούσια» πανηγύρια του νησιού γίνονταν στα λιβαδοχώρια και όλοι επιθυμούσαν να παίξουν εκεί λόγω της οικονομικής άνεσης των κατοίκων με την πατάτα.
Ετσι το χωριό για δυο ημέρες ζούσε σε μια δράση παράδοσης από το σούρουπο μέχρι το νωρίς το πρωί.
Η αυγή με τους μερακλήδες χορευτές είχε φύγει και οι οργανοπαίχτες συνέχιζαν αποκαμωμένοι με την πρωινή σούπα.Η μοιρασιά γινόταν αλλού για να μη βρίσκει εύκολη απάντηση το μυστήριο ερώτημα των χωριανών πόσα έβγαλε η τάδε ζύα και πόσα η δείνα.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό που θυμάμαι είναι ότι στο ξωκλήσι κατέφθαναν οικογένειες με τα γαδούρια και τα μουλάρια σε σαμάρια στολισμένα από κουρελούδες και χραμάκια για να μην λερωθούν τα σκολιανά (σχολιανά από τη λέξη σχόλη,γιορτή) ρούχα, αργότερα και με τις καρότσες των πρώτων τρακτέρ εκτός των Αγερσανιωτών και πολλοί Τριποδιώτες,λιγότεροι δε Γλιναδιώτες.
Οσοι δεν ξέρουν την περιοχή θα πρέπει να γνωρίζουν ότι στη θέση που βρίσκεται το ξωκλήσι του Αι Παντελέμονα βρίσκονται κοντά κοντά τα κτήματα Αγερσανιωτών και Τριποδιωτών που ανήκουν στις τοποθεσίες Καλαμούρια και Πλάκα.
Οι πανηγυριώτες κατέφθαναν από το απόγευμα της παραμονής για να παρακολουθήσουν τον εσπερινό.Μετά τη λήξη του εσπερινού πολλοί στρατοπέδευαν εκεί για να παρακολουθήσουν την πρωινή δοξολογία ενώ αρκετοί,οι γλεντζέδες, πήγαιναν στο χωριό για να συνεχίσουν με το διασκεδαστικό μέρος της γιορτής, αυτό καθαυτό το πανηγύρι.
Με αφορμή αυτή τη μετακίνηση και “στρατοπέδευση” δημιουργήθηκε και το έθιμο ,οι ταμένοι στον Αγιο να προσφέρουν στους προσκυνητές φαγητά και ντόπιο κρασί,έθιμο που διακόπηκε για αρκετά χρόνια αλλά σε ανάμνηση συνεχίζεται και σήμερα.
Ολη η «βαβούρα»,η κίνηση και το νυφοπάζαρο γινόταν στο κάτω χωριό και ξεκίναγε από του Δημήτρη του Τουμπακάρη «Δημήτριου» το μαγαζί μέχρι του Γιώργη του Αρτσάνου «Λιαρμή» το μαγαζί όπου πραγματικά γινόταν το αδιαχώρητο.
Τα βιολιά ξεκίναγαν νωρίς με το σούρουπο και όχι όπως τώρα που ξεκινούν τα μεσάνυχτα!!!!
Ξεκινώ απαριθμώντας τις ζύες ή τέντες δηλαδή τακίμια με βιολιά και τα μαγαζιά που έπαιζαν:
Α.O Νικόλαος Ρεφενές μέσα στο χωράφι του πίσω από το σημερινό μαγαζί του γιού του Στάθη.Δεν πρόφθασα αυτή την τέντα και δεν μπορώ να πω ποιος έπαιζε αλλά έχω ακούσει ότι ήταν ο μπάρμπας της μάνας μου ο Σταμάτης ο Καπρής,ο Φάνης ο Παντελιάς και ίσως και άλλοι.Αυτοί δε τότε έπαιζαν και τραγουδούσαν χωρίς ηχητικές εγκαταστάσεις.
Β. Ο Ανδρέας ο Ζώρος «Τζογνής».Εδω θυμάμαι κάθε χρονιά να παίζει ο Μανόλης και ο Δημήτρης Φακίνος «τα μπαρμπεράκια».
Γ. Ο Γιώργης ο Κάβουρας.Θυμάμαι να παίζει βιολί ο Μιχάλης ο Στάης «Καράβολας».
Δ.Ο Γιώργης Αρτσάνος «Λιαρμής» Εδώ το τακίμι ήταν σχεδόν διαφορετικό από χρονιά σε χρονιά και από πανηγύρι σε πανηγύρι.Ο Στάθης Κουκουλάρης κ.α.έπαιζαν εδώ.Στο μαγαζί αυτό υπήρχαν τα περισσότερα τραπέζια που έπιαναν την πλατεία του μαγαζιού,το δρόμο αλλά και το οικόπεδο του Γαλανού απέναντι.
Δ.Ο Γιώργης ο Ρεφενές «Μαρτσινας» με την ωραιότερη πλατεία του χωριού και τους ευκάλυπτους της.Εδω έπαιξαν τα αδέλφια Μπαρδάνη ο Μανόλης και Γιάννης «Σταματογιάννης».
Ε. Ο Γιάννης Μαργαρίτης «Μπούνης» είχε στήσει την τέντα του μέσα στο χωράφι του Καραμανή «Νικολακάκη» με απανεμιά καλάμια και τεντόπανο για να κόβουν το βοριά και εδώ έπαιζαν διαφορετικά τακίμια.
ΣΤ.Ο Βασίλης ο Καραμανής «Προκόπης» επίσης με μεγάλη πλατεία.Εδω συνήθως έπαιζε ο κουμπάρος του Νίκος Μαστρογιαννόπουλος «Ντιβανάς» με το λαούτο του αρχικά και αργότερα με μπουζούκι.Σε αυτή την πλατεία έπαιξαν πολλές φορές οι Χατζοπουλαίοι, ο Βασίλης με το λαούτο του ,ο Μανόλης με το ακορντεόν και ο Γιάννης πατέρας του Νίκου με το κλαρίνο του.
Ζ. Ο Δημήτρης Τουμπακάρης «Δημήτριος».Τα πρώτα χρόνια τακτικό τακίμι ήταν ο Μιχάλης ο Κονιτόπουλος «Μωρός» και τα παιδιά του Γιώργος,Κώστας,Αγγελική, λαούτο ο Δημήτρης Φυρογένης, αργότερα η Γιούλα Σφυρόερα και ο Νικηφόρος Κορρές με τη Λέτα.
Στο πανηγύρι έπαιζαν και αλλοι Αξώτες οργανοπαίκτες και τραγουδιστές,όπως ο Γιώργος Μπίλης,ο Μαυροματάκιας ,ο Βοντογιώργης,ο Γιώργος Θεουδάκης,ο Δήμος Μανωλάς «Δήμος» και τα αδέλφια Γιώργος και Χρήστος Μαργιολάς καθώς και «ξενομερίτες» ανδρες και γυναίκες που έφερναν μαζί τους τα τοπικά τακίμια.
Να σημειώσουμε ότι τα «πλούσια» πανηγύρια του νησιού γίνονταν στα λιβαδοχώρια και όλοι επιθυμούσαν να παίξουν εκεί λόγω της οικονομικής άνεσης των κατοίκων με την πατάτα.
Ετσι το χωριό για δυο ημέρες ζούσε σε μια δράση παράδοσης από το σούρουπο μέχρι το νωρίς το πρωί.
Η αυγή με τους μερακλήδες χορευτές είχε φύγει και οι οργανοπαίχτες συνέχιζαν αποκαμωμένοι με την πρωινή σούπα.Η μοιρασιά γινόταν αλλού για να μη βρίσκει εύκολη απάντηση το μυστήριο ερώτημα των χωριανών πόσα έβγαλε η τάδε ζύα και πόσα η δείνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.