Αυτό που σίγουρα θα καταλάβαινε είναι πως, με αφορμή τις υποκλοπές, οι δύο μονομάχοι άνοιξαν τα χαρτιά τους
Δεν ήταν μια τυπική μονομαχία αυτή που είδαμε χθες στην Βουλή ανάμεσα στον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Αλέξη Τσίπρα. Πέραν της μεγάλης έντασης, που μεταφράστηκε σε νευρικές αντεγκλήσεις, φωνές και μια οργισμένη Φωτεινή Πιπιλή να φτάνει μέχρι τα κοινοβουλευτικά έδρανα του ΣΥΡΙΖΑ μετά από απρεπή χειρονομία συναδέλφου της από την αξιωματική αντιπολίτευση, η χθεσινή συζήτηση ήταν ο προάγγελος μιας δύσκολης και τοξικής προεκλογικής περιόδου.
Θα μπορούσαν τα πράγματα να έρθουν διαφορετικά; Από την στιγμή που άρχισε να ξεδιπλώνεται το κουβάρι της υπόθεσης των υποκλοπών, ήταν μαθηματικά βέβαιο πως η προεκλογική περίοδος θα ανέβαζε τα επίπεδα τοξικότητας στην πολιτική ατμόσφαιρα.
Παρακράτος
Ο ένας πολιτικός αρχηγός κατηγόρησε τον άλλο, επί της ουσίας, για παρακρατικές μεθόδους που εφαρμόζονταν εις γνώση του -ο Τσίπρας ζητούσε μετ’ επιτάσεως από τον Μητσοτάκη να του πει αν παρακαλουθούσε τον Κώστα Χατζηδάκη και τον Κωνσταντίνο Φλώρο και ο Μητσοτάκης κατηγόρησε τον Τσίπρα για την παρακολούθηση Πιτσιόρλα. Οι λεπτομέρειες της υπόθεσης έμειναν ακόμα λεπτομέρειες για τους γνώστες: αν κάποιος που δεν έχει παρακολουθήσει κάθε πτυχή του θέματος άνοιγε χθες το κανάλι της Βουλής για να ενημερωθεί για το τι πραγματικά έχει συμβεί με τις «νόμιμες» και τις παράνομες παρακολουθήσεις, με τις συνακροάσεις και το Predator, δεν θα έβγαινε καθόλου σοφότερος.
Αυτό, όμως, που σίγουρα θα καταλάβαινε είναι πως, με αφορμή τις υποκλοπές, οι δύο μονομάχοι άνοιξαν τα χαρτιά τους. Τα «τρία Σ» του Μητσοτάκη (Συνέχεια, Σταθερότητα, Συνέπεια) έκαναν και πάλι την εμφάνισή τους, με τον Πρωθυπουργό να περιγράφει επί της ουσίας το νομοσχέδιο με τις αλλαγές στην ΕΥΠ ως θεσμική διόρθωση και παραδοχή των λαθών που έγιναν και είχαν ως αποτέλεσμα την παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη. Για τον Αλέξη Τσίπρα, από την άλλη, τέθηκε καθαρά ζήτημα δημοκρατίας, καθώς απέδωσε πολιτική ευθύνη στον ίδιο τον Μητσοτάκη -βάζοντας στο κάδρο όλες τις καταγγελίες και τις λίστες με ονόματα που έχουν δει το φως της δημοσιότητας- αλλά και την τακτική που ακολούθησε η ΝΔ με την συνεχή επίκληση του απορρήτου από τα στελέχη της στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας.
Τα αδύναμα σημεία του ΣΥΡΙΖΑ
Ο Μητσοτάκης «έπαιξε» όλα τα αδύναμα σημεία του ΣΥΡΙΖΑ: θύμισε την Novartis, την πυρκαγιά στο Μάτι, το δημοψήφισμα του 2015, την «δημιουργική ασάφεια» με την οποία ο πρώην πρωθυπουργός αντιμετώπιζε κάθε ζήτημα που δεν τον συνέφερε. Εβγαλε, δηλαδή, από την φαρέτρα του όλα τα όπλα που κέρδισαν την μεταξύ τους σύγκριση το 2019, για να αναδείξει την αφερεγγυότητα του αντιπάλου του. Η μεγαλύτερη διαφορά ανάμεσα στις προηγούμενες εκλογές και τις επικείμενες είναι βέβαια ότι έχουν μεσολαβήσει τέσσερα χρόνια -και σ’ αυτά δεν κυβερνούσε ο ΣΥΡΙΖΑ. Αρα τα ίδια όπλα μπορεί να μην αποδειχθούν το ίδιο αποτελεσματικά και όχι γιατί η αξιωματική αντιπολίτευση έχει επιδείξει δραματικές αλλαγές.
Η αποδόμηση Μητσοτάκη
Ο Τσίπρας, από την άλλη, επέλεξε να αποδομήσει το αφήγημα της θεσμικότητας, δηλαδή ένα από τα πιο σημαντικά σημεία της στρατηγικής Μητσοτάκη. Η εξομοίωση της σημερινής ΝΔ με κατηγορίες που τελευταία φορά είχαν ακουστεί για τα πεπραγμένα του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μην φέρνει ψηφοφόρους στην αξιωματική αντιπολίτευση (όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις) αλλά διαμορφώνουν ένα πεδίο στο οποίο εκτός από τη ΝΔ μπορεί πια να παίξει, σε επίπεδο συμβολισμών, και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Σ΄αυτό το κλίμα, το ΠΑΣΟΚ σωστά παίζει το χαρτί της «θετικής επιλογής». Παρότι, η πόλωση και η τοξικότητα σχεδόν ποτέ δεν ευνοούν τον τρίτο παίκτη, αν το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ κρατήσει τα ποσοστά των δημοσκοπήσεων, τότε στο μετεκλογικό τοπίο θα έχει όντως τον ρόλο του ρυθμιστή, τον οποίο και διεκδικεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.