Στην κόψη του ξυραφιού...
Δεν υπάρχει δεύτερη χώρα στην Ευρώπη όπου ο έντυπος Τύπος να έχει τόσο ραγδαία πτώση στις πωλήσεις του όσο στην Ελλάδα. Η αμεσότητα της ηλεκτρονικής ενημέρωσης έχει πλήξει τις... εφημερίδες σε όλον τον ανεπτυγμένο κόσμο, όμως με χαμηλότερους ρυθμούς και αφήνοντας τη δυνατότητα για σταδιακή προσαρμογή των επιχειρήσεων στα νέα δεδομένα.
Στην Ελλάδα μέσα σε μία δεκαετία οι ημερήσιες πολιτικές εφημερίδες έχουν χάσει πάνω από το 70% της κυκλοφορίας τους και στην εικοσαετία σχεδόν το 93%. Σήμερα οι πωλήσεις αθροιστικά κυμαίνονται μόλις περί τα 28.000 αντίτυπα την ημέρα, από 112.900 το 2013 και 452.000 το 2003. Μόνο το Έθνος πωλούσε 31.000 φύλλα το 2010. Την ίδια χρονιά η Καθημερινή πλησίαζε τις 44.000, Τα Νέα τις 52.000 και η Ελευθεροτυπία τις 37.000 φύλλα την ημέρα. Ο ημερήσιος πολιτικός Τύπος τείνει να εξαφανιστεί ως αγορά, καθώς τον τελευταίο μήνα, Μάρτιο 2022, π.χ., Τα Νέα διέθεταν μόλις 12.309 αντίτυπα την ημέρα κατά μέσο όρο, η Εφημερίδα των Συντακτών 6.127 αντίτυπα και ο Ελεύθερος Τύπος 4.099 αντίτυπα.
Ανάλογη εικόνα παρουσιάζει και ο άλλοτε κραταιός κυριακάτικος Τύπος, με τους μισούς τίτλους σε σχέση με δέκα χρόνια πριν: τα τελευταία δέκα χρόνια οι πωλήσεις του έχουν μειωθεί κατά 81% και σε είκοσι χρόνια κατά 89%. Η μέση κυκλοφορία σήμερα δείχνει να πέφτει κάτω από το φράγμα των 100.000 φύλλων κάθε Κυριακή, όταν το 2013 οι πωλήσεις ξεπερνούσαν τις 528.000 και το 2003 τις 900.000 πωληθέντα αντίτυπα κάθε Κυριακή. Το Βήμα της Κυριακής μόνο πωλούσε 200.000 φύλλα το 2007 και το Πρώτο Θέμα 214.000 φύλλα. Την ίδια χρονιά Η Καθημερινή διέθετε 176. 800 φύλλα, η Ελευθεροτυπία 173.500, το Έθνος 148.800 και ο Τύπος της Κυριακής 80.300 φύλλα. Ωραίες εποχές!
Σήμερα, Μάρτιο 2022, το Βήμα δεν ξεπερνάει τα 39.226 αντίτυπα κάθε Κυριακή, το Πρώτο Θέμα τα 41.105, ο Τύπος τα 8.184, το Έθνος έχει κλείσει και η Καθημερινή δεν μας λέει τι πουλάει, όπως και πολλές άλλες εφημερίδες
Η εποχή των παγετώνων
Εάν η δεκαετία του 1980 ήταν η χρυσή εποχή για τον ημερήσιο αθηναϊκό Τύπο, με περισσότερα από 1 εκατ. πωληθέντα αντίτυπα κάθε μέρα κι αν η δεκαετία του 2000 ήταν η χρυσή εποχή για τον κυριακάτικο Τύπο, με πωλήσεις που άγγιζαν και ξεπερνούσαν τότε το 1 εκατ. φύλλα κάθε Κυριακή, τότε σήμερα είναι η εποχή των παγετώνων. Αν και ο ειδικός Τύπος, όπως π.χ. οι αθλητικές εφημερίδες ορισμένες φορές ή οι εκκλησιαστικές εφημερίδες, μπορεί να έει σχετική επιτυχία, η μεγάλη εικόνα παραμένει σταθερή.
Η τεχνολογική μετάβαση από το χαρτί στις ηλεκτρονικές εκδόσεις είναι ο σημαντικότερος παράγοντας της κάμψης. Είχε προηγηθεί λίγα χρόνια νωρίτερα το «χτύπημα» από την τηλεόραση. Σ’ αυτή τη συγκυρία εμφανίζεται και η οικονομική κρίση στην Ελλάδα του 2010 και ο Τύπος είναι από τους πρώτους κλάδους που υφίστανται τις συνέπειες. Η πτώση των πωλήσεων -που σημαίνει λιγότερα έσοδα από το περίπτερο- οδηγεί σε πτώση και στα έσοδα από τη διαφήμιση, η οποία μπορεί να μην σπανίζει, όμως γίνεται φθηνότερη.
Οι επιχειρήσεις Τύπου, ακόμα και οι ισχυρότερες, έρχονται αντιμέτωπες με συνεχή ελλείμματα που μετατρέπονται σε χρέη. Μολονότι στη συντριπτική τους πλειονότητα οι εφημερίδες έχουν χτίσει εγκαίρως ιστοσελίδες στο Διαδίκτυο, στην πραγματικότητα δεν έχουν αξιοποιήσει επαρκώς τις δυνατότητες του «ηλεκτρονικού Τύπου», με αποτέλεσμα τα έσοδα να υπολείπονται: οι επιχειρήσεις Τύπου στην Ελλάδα δεν έχουν βρει το επιχειρηματικό μοντέλο το οποίο θα μπορούσε χρηματοδοτήσει τις δραστηριότητές τους. Γ’ι αυτό άλλωστε «κόβουν» από παντού: κόβουν ανταποκριτές στο εσωτερικό και το εξωτερικό, κόβουν αφιερώματα και έρευνες, κόβουν αποστολές, κόβουν σελίδες, μισθούς, θέσεις εργασίας.
Την ίδια ώρα δημιουργείται το εξής παράδοξο: αν και η αναγνωσιμότητα των εφημερίδων αυξάνεται ραγδαία μέσω των επισκέψεων στις ιστοσελίδες τους, τα έσοδά τους μειώνονται λόγω της πτώσης των πωλήσεων στο περίπτερο.
Η σχέση εξάρτησης
Αν η αναζήτηση εσόδων και πηγών χρηματοδότησης είναι κεφαλαιώδης για τις εφημερίδες, η μείωση της επιρροής τους -δηλαδή της εξουσίας τους- είναι ένα δεύτερο μεγάλο κεφάλαιο που φαίνεται να έχει δύο αιτίες. Η μία έχει σχέση με τα μεγέθη. Όσο μειώνεται η κάλυψη του πληθυσμού, το εύρος της κάλυψης, τόσο η επιρροή πέφτει, όχι πάντοτε αναλογικά όμως.
Η δεύτερη έχει σχέση με το περιεχόμενο. Τις τελευταίες δεκαετίες ο Τύπος φαίνεται ότι συχνά χάνει τον ρόλο του να ελέγχει την εξουσία και να στέκεται κριτικά απέναντί της και επιλέγει να συμπορεύεται. Η εμπορευματοποίησή του, ήδη από το 2000, και οι δεσμεύσεις που προκάλεσε η ισχυρή εξάρτησή του από τα διαφημιστικά έσοδα και σήμερα πλέον η συμπόρευση με την πολιτική και οικονομική εξουσία αποδυνάμωσαν το περιεχόμενό του και τον αποξένωσαν από μεγάλες μερίδες πολιτών, οι οποίοι δεν βλέπουν να υπερασπίζεται πλέον κανενός είδους δημόσιο συμφέρον. Ο Τύπος έχει εναγκαλιστεί την πολιτική εξουσία, από την οποία συχνά αναμένει όχι μόνο χρηματοδοτήσεις και ενισχύσεις, αλλά και επιπλέον προνομιακή μεταχείριση στην κρατική διαφήμιση, τις «λίστες Πέτσα» και άλλων ειδών χαριστικές ενισχύσεις. Η ανταπόδοση είναι το λιβάνισμα της εξουσίας και το αποτέλεσμα η αποξένωσή του από τους αναγνώστες...
Αγγέλα Νταρζάνου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.