Ο σεισμός που χτύπησε την Αθήνα το μεσημέρι της Παρασκευής, αναμφισβήτητα προήλθε από την ίδια περιοχή που έδωσε το μεγάλο σεισμό του 1999 με τους δεκάδες νεκρούς.
Οι σεισμολόγοι που μίλησα στα μέσα ενημέρωσης έκαναν λόγο για πιθανή ενεργοποίηση του ρήγματος αυτού που είναι πάντα επικίνδυνος.
Είναι προφανές ότι το εστιακό βάθος και η απόσταση κάνουν πιο επικίνδυνη μια σεισμική δόνηση.
Όμως, η Αττική είναι πάντα σε ζώνη υψηλού κινδύνου με τους επιστήμονες να λένε ότι όταν περνάνε χρόνια από το χτύπημα του Εγκέλαδου τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να γίνει ξανά σεισμός.
Ο σεισμός της Πάρνηθας του 1999, ευρύτερα γνωστός ως σεισμός της Αθήνας του 1999, με ένταση 5,9 στην Κλίμακα Ρίχτερ, έλαβε χώρα στις 7 Σεπτεμβρίου 1999, 14:56:50 τοπική ώρα, και άφησε πίσω του 143 νεκρούς, τουλάχιστον 700 τραυματίες και 40.000 άστεγες οικογένειες.
Είναι ο φονικότερος σεισμός των τελευταίων 50 ετών.
Ο σεισμός, αν και όχι ιδιαίτερα ισχυρός και με συνολική διάρκειά μόλις 15 δευτερόλεπτα, προκάλεσε πολλές καταστροφές εξαιτίας της εγγύτητάς του στην Αθήνα, με επίκεντρο 18 χιλιόμετρα από το κέντρο της πόλης, ανάμεσα στις Αχαρνές και τον Εθνικό Δρυμό Πάρνηθας, καθώς και του μικρού εστιακού βάθους, από 9 μέχρι 14 χιλιόμετρα.
Στην επιφάνεια του εδάφους υπήρξαν ελάχιστες ρηγματώσεις και ήταν δύσκολο να βρεθεί η προέλευση του σεισμού.
Το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Γενικού Αστεροσκοποίου Αθηνών ανακοίνωσε αρχικά πως ο σεισμός προκλήθηκε από ρήγμα μήκους 15 χιλιομέτρων που καλύπτει την περιοχή μεταξύ Πεντέλης και Πάρνηθας.
Με βάση τη μελέτη δορυφορικών δεδομένων που εξετάζουν την παραμόρφωση καθ’ ύψος του εδάφους που επιβεβαιώθηκε αργότερα από σεισμολογική μελέτη, και έγινε το 2008 αποδεκτή και από το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο βρέθηκε ότι έγιναν δύο σεισμοί, έντασης 5,8 και 5,5 ρίχτερ, σε διαφορετικά ρήγματα και με διαφορά 3,5 δευτερολέπτων ο ένας από τον άλλο.
Όπως λένε οι επιστήμονες, το ρήγμα της Πάρνηθας είναι επικίνδυνο, αλλά το ρήγμα των Αλκυονίδων στον Κορινθιακό Κόλπο είναι αυτό που τρομάζει.
Ο ισχυρός σεισμός 6,7 Ρίχτερ της 24ης Φεβρουαρίου 1981 με επίκεντρο της Αλκυονίδες, καθώς και ο μεγαλύτερος του μετασεισμός της 4ης Μαρτίου 6,4 Ρίχτερ, προκάλεσαν καταστροφές σε Κορινθία, Βοιωτία, Αττική, Εύβοια και Φωκίδα.
Από τότε οι Αλκυονίδες «στοιχειώνουν» την Αττική. Υπολογίζεται ότι η περιοχή δίνει έναν μεγάλο σεισμό κάθε 30-40 χρόνια.
Περιοχές όπως είναι ο Κορινθιακός κόλπος με το ρήγμα των Αλκυονίδων ή το ρήγμα της Αταλάντης στη Θήβα, μπορούν να δώσουν ανά πάσα στιγμή κάποιο ισχυρό σεισμό αλλά και περιοχές στη χώρα όπου το μέγεθος που μπορούν να δώσουν φτάνει ακόμη και τα 6 ή 6,5 Ρίχτερ, όπως είναι το Ιόνιο και συγκεκριμένα από το νότιο τμήμα της Κέρκυρας μέχρι νοτίως της Κεφαλονιάς, εκεί δηλαδή που εκτείνεται το επονομαζόμενο «Ελληνικό τόξο».
Εκεί που δίνουν μεγάλη προσοχή οι επιστήμονες είναι στο σεισμικό τόξο που εκτείνεται από τις Αλκυονίδες στον Κορινθιακό κόλπο, πηγαίνει προς τη Θήβα και καταλήγει στο νότιο Ευβοϊκό.
Ο σεισμός του 1999 εντάσσεται στο τεκτονικό σύστημα που περιλαμβάνει τον Κορινθιακό κόλπο και την προς την Αττική επέκτασή του.
Δέκα ισχυροί σεισμοί έγιναν στο σύστημα αυτό στα τελευταία 100 χρόνια που από δυτικά προς ανατολικά είναι: 1909 και 1995 Αίγιο, 1965 Ερατινή, 1992 Γαλαξίδι, 1970 Ιτέα, 1981 Αλκυονίδες, 1928 Κόρινθος, 1914 Θήβα, 1999 Πάρνηθα, 1938 Ωρωπός.
Η μετασεισμική επιφάνεια του 1999 καλύπτει τις δυτικές και νότιες συνοικίες του πολεοδομικού συγκροτήματος των Αθηνών και γι’ αυτό οι μετασεισμοί γινόντουσαν αισθητοί κυρίως σ’ αυτές τις περιοχές.
Υπάρχει ένα σεισμικό το τόξο από τις Αλκυονίδες που πηγαίνει προς τη Θήβα και φθάνει μέχρι τον Ωρωπό το νότιο Ευβοϊκό. Αυτό το τόξο που έχει μήκος περίπου 60 χλμ και οριοθετεί προς τα βόρεια και βορειοδυτικά την Αττική έχει δώσει κατ’ επανάληψη σεισμούς στην Αττική.
Αυτό το σεισμικό τόξο είναι που κατά τη γνώμη μου πρέπει να μελετηθεί περισσότερο. Δεν έχουμε ενδείξεις ότι θα δώσει σεισμό δεν υπάρχει καμία ένδειξη τώρα αλλά χρειάζεται περισσότερη έρευνα και μελέτη για να δούμε ακριβώς τις ιδιότητες των σεισμών που έχει δώσει στο παρελθόν.
Από εκείνο το τόξο μπορούμε να έχουμε σεισμούς μέχρι 6,7 και 6,8 Ρίχτερ όπως το 1981.
Σύμφωνα με το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο της Αθήνας η σεισμική δόνηση που σημειώθηκε στην Αττική προέρχεται από το ρήγμα της Πάρνηθας που είχε δώσει τον φονικό σεισμό των 5,9 ρίχτερ, το 1999.
Στοιχεία για τα ρήγματα
Σύμφωνα με το Βικιπαιδεία, η Ελλάδα είναι μια ιδιαίτερα σεισμογενής χώρα, καθώς βρίσκεται σε μία σύνθετη τεκτονική ζώνη, ανάμεσα στην Αφρικανική, στην Ευρασιατική και στην τεκτονική πλάκα της Ανατολίας, ενώ μέρος της νότιας Ελλάδας βρίσκεται στην πλάκα του Αιγαίου. Η πλάκα της Ανατολίας σπρώχνει την πλάκα του Αιγαίου προς τα νοτιοδυτικά με ταχύτητα 3 εκατοστών το χρόνο ως προς την Ευρασιατική πλάκα, ενώ η Αφρικανική πλάκα βυθίζεται κάτω από την πλάκα του Αιγαίου με ρυθμό 4 εκατοστών το χρόνο.
Η σεισμική δραστηριότητα στην κεντρική Ελλάδα θεωρείται λιγότερο έντονη, καθώς σεισμοί με ένταση μεγαλύτερη από 7 βαθμούς της κλίμακας ρίχτερ είναι σπάνιοι, καθώς σύμφωνα με στοιχεία των τελευταίων 500 χρόνων κανένας τέτοιος σεισμός δεν έχει λάβει χώρα στη περιοχή.
Η Αττική θεωρούταν μέχρι τότε περιοχή χωρίς σημαντικά ενεργά σεισμικά ρήγματα και γερό υπόβαθρο, και έτσι τοποθετήθηκε στις ζώνες σεισμικότητα Ι και ΙΙ με βάση την τετραβάθμια κλίμακα που χρησιμοποιούταν τότε, αν και ο Γαλανόπουλος, που εντόπισε ρήγματα γύρω από την Πάρνηθα, στην Πεντέλη και τον Υμηττό, διαφωνούσε. Οι σεισμοί που έχουν λάβει χώρα στην κεντρική Ελλάδα συνήθως έχουν μέτρια ισχύ και μικρό εστιακό βάθος και γι’ αυτό το λόγο προκαλούν μόνο τοπικές καταστροφές. Η ίδια η Αθήνα δεν έχει υποστεί σημαντικές καταστροφές από τέτοιους σεισμούς, καθώς οι περισσότεροι είχαν επικέντρο μακριά από τη πόλη, τουλάχιστον 40 χιλιόμετρα. Από αυτούς, πιο καταστροφικός θεωρείται ο σεισμός που έλαβε χώρα στις 24 Φεβρουαρίου 1981 με επίκεντρο κοντά στις Αλκυονίδες, στο ανατολικό άκρο του Κορινθιακού κόλπου. Αντίθετα με όλους αυτούς, ο σεισμός του 1999 είχε επίκεντρο κοντά στους πρόποδες της Πάρνηθας, μόλις 18 χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας. Ο προηγούμενος σεισμός με επίκεντρο στην Αττική που προκάλεσε σημαντικές καταστροφές, έλαβε χώρα το 1938, βόρεια της Πάρνηθας, κοντά στον Ωρωπό.
Στις νότιες πλαγιές της Πάρνηθας έχουν αναγνωριστεί με βάση γεωλογικές και δορυφορικές παρατηρήσεις τρία παράλληλα ρήγματα: το ρήγμα του Ασπρόπυργου που χωρίζει το στρώμα ασβεστόλιθου από τα ιζήματα στα οποία βρίσκεται η Αθήνα και τα ρήγματα F2 και F3, γνωστό και ως ρήγμα της Φυλής. Το ρήγμα που έδωσε το σεισμό της Πάρνηθας είναι επέκταση του παλαιότερου και εκτείνεται από το κάστρο της Φυλής μέχρι τα Άνω Λιόσια και στο παρελθόν δεν έχει δώσει ξάνα τόσο δυνατό σεισμό.Ο προηγούμενος σεισμός με επικέντρο ρήγμα στη Πάρνηθα έλαβε χώρα το 1705. Η περιοχή έχει σύνθετο γεωλογικό ανάγλυφο, στο οποίο κυριαρχεί ο αθηναϊκός σχιστόλιθος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.