Κάθετα ενάντια σε νέα απομείωση του ελληνικού δημοσίου χρέους τάσσεται η γερμανική ομοσπονδιακή τράπεζα (Βundesbank).
Σε πρόσφατη έκθεση της, η Bundesbank κάνει εκτεταμένη αναφορά στην Ελλάδα, υποστηρίζοντας πως οι υπάρχοντες δημοσιονομικοί στόχοι «δεν είναι πολύ απαιτητικοί”, αλλά εφόσον επιτευχθούν μπορούν να μειώσουν το ποσοστό του δημοσίου χρέους, χωρίς άλλη παρέμβαση όπως ζητά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Πιο συγκεκριμένα, η Bundesbank εκφράζει την απορία «γιατί ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ δεν μπορεί διατηρείται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα” .
«Αμέσως μετά την επιτυχή εφαρμογή μιας διαδικασίας εκτεταμένων μεταρρυθμίσεων θα μπορεί ο στόχος αυτός να είναι δυνατός”, υποστηρίζει η Bundesbank.
Σαν απόδειξη της άποψης αυτής, η γερμανική ομοσπονδιακή τράπεζα υπενθυμίζει πως «στο παρελθόν, επίσης, ορισμένες χώρες , είχαν πετύχει τα ίδια ή παρόμοια πρωτογενή πλεονάσματα (Βέλγιο, Φινλανδία και Ιταλία)».
Ουσιαστικά η Ομοσπονδιακή Τράπεζα της Γερμανίας συντάσσεται εμμέσως πλην σαφώς με το σενάριο του ESM για πρωτογενή πλεονάσματα στο 3,5% του ΑΕΠ που διέρρευσε χθες.
Ο λόγος για το πρώτο εκ των τριών συνολιά σεναρίων που προβλέπει ότι η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί ελάφρυνση του χρέους της, εάν διατηρήσει το πρωτογενές πλεόνασμα πάνω από το 3% του ΑΕΠ για 20 χρόνια και προκύπτει από ρεπορτάζ του Reuters το οποίο επικαλείται εμπιστευτικό έγγραφο του ESM.
Με αυτό τον τρόπο η Bundesbank στηρίζει το έγγραφο του ESM που διέρρευσε πριν από λίγες ημέρες και αναφέρει ότι εάν η Ελλάδα κατορθώσει να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 3% του ΑΕΠ για τα επόμενα 20 χρόνια, τότε οι πιστωτές της δεν χρειάζεται να προχωρήσουν σε αναδιάρθρωση του χρέους της χώρας.
Η εν λόγω έκθεση της Bundesbank επισημαίνει επίσης πως «οι ευρωπαϊκοί δημοσιονομικοί κανόνες, οι οποίοι ισχύουν μετά το τέλος του προγράμματος προσαρμοηής, προβλέπουν ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς».
» Οι υφιστάμενοι στόχοι του προγράμματος για το πρωτογενές πλεόνασμα για την Ελλάδα , στα πλαίσια αυτά, δεν είναι σε καμία περίπτωση πολύ απαιτητικοί, ενώ μία χαλάρωση δεν είναι προφανής”,σημειώνεται.
Η Bundesbank υποστηρίζει πως «η άποψη ότι οι δημοσιονομικές απαιτήσεις του προγράμματος θα μειωθούν, πρέπει να αποφευχθεί” και πως » η ελάφρυνση του χρέους θα αποδυναμώσει την αξιοπιστία των προγραμμάτων προσαρμογής, την ιδιοκτησία του προγράμματος και την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων».
Εξάλλου στην ίδια έκθεση σημειώνεται πως «το σκεπτικό, σύμφωνα με το οποίο χωρίς ελάφρυνση χρέους δεν μπορεί να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους, δεν πείθει”. Αντίθετα, «όταν τηρείται πλήρως το πρόγραμμα και επιτυγχάνονται οι δημοσιονομικοί στόχοι , πέφτει το ποσοστό του χρέους και έτσι η βιωσιμότητα μπορεί να επιτεθχεί και πάλι».
Σύμφωνα με την Bundesbank, «το ΔΝΤ υποστηρίζει πως Ελλάδα δεν είναι σε θέση θέση να πετύχει το στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% μετά το 2021. Ταυτόχρονα, υποστηρίζει ότι αν έμπαινε στόχος για ένα χαμηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα δεν θα ήταν βιώσιμος.
Γι΄αυτό ζητά μία ουσιαστική παραπέρα μείωση του χρέους προς τους επίσημους Ευρωπαίους πιστωτές, πριν συμμετάσχει οικονομικά στο τρέχον πρόγραμμα”.
Ωστόσο, υπενθυμίζεται πως «το Eurogroup , το Μάιο του 2016, έχει θέσει την προοπτική μίας δυνατότητας για ελάφρυνση του χρέους μέσω της επιμήκυνσης του χρόνου αποπληρωμής και της μείωσης των επιτοκίων μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με τις αναλύσεις των ευρωπαϊκών θεσμών, εφόσον επιτυγχάνονται οι υπάρχοντες στόχοι, δεν χρειάζεται κανένα κούρεμα χρέους».
Από την Bundesbank επισημαίνεται πως «η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της ευρωζώνης που εξακολουθεί να βρίσκεται σε πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕΜΣ) » και έτσι » η δημοσιονομική εξέλιξη» της χώρας » ως εκ τούτου, δεν κινείται στα πλαίσια των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων , αλλά στη βάση των στόχων του προγράμματος στήριξης».
Σημειώνεται επίσης πως «ο στόχος που έχει συμφωνήσει η Ελλάδα με τους θεσμούς (ΕΜΣ, ΕΚΤ, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) για πρωτογενές πλεόναμσα 0,5% του ΑΕΠ έχει επιτευχθεί και με το παραπάνω φτάνοντας στο 3,5% του ΑΕΠ».
«Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Επιτροπής έχουν ληφθεί και προγραμματισθεί επαρκή μέτραπροκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος 1,75% το 2017 και 3,5% το 2018» σημειώνεται.
Στην ίδια έκθεση επισημαίνεται πως «σχετικά με τις προοπτικές της συμμόρφωσης της Ελλάδας προς τους στόχους, υπάρχουν διαφορές μεταξύ των θεσμικών οργάνων. Ως εκ τούτου, και καθώς υπάρχει ανάγκη για βελτίωση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων παρατηρήθηκεκαθυστέρηση στην δεύτερη αξιολόγηση του τρέχοντος προγράμματος στήριξης.
Αν μη τι άλλο στις θεμελιακές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις έχουν σημειωθεί στο παρελθόν σημαντικά ελλείμματα.
Προκειμένου να μπορέσει να κλείσει επιτυχώς η αξιολόγηση του προγράμματος, έπρεπε να συμφωνηθούν τώρα μέτρα για το 2018 και, ιδιαίτερα, μέτρα για τους φόρους και τις συντάξεις για το 2019 και το 2020”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.