Δομικές αλλαγές που οδηγούν, όπως ο ίδιος ο κ. Κατρούγκαλος παραδέχθηκε, σε μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης έως το 2060, και κατ’ επέκτασιν σε μείωση των νέων συντάξεων μεσοσταθμικά κατά 15%, προβλέπει το σχέδιο νόμου του υπ. Εργασίας για το ασφαλιστικό.
Από τις μειώσεις δεν σώζονται ούτε οι ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις, όμως με έναν πολιτικό ελιγμό η κυβέρνηση μεταθέτει το πρόβλημα στην επόμενη κυβέρνηση.
Βάσει του σχεδιασμού, για 40 χρόνια ασφάλισης, το ποσοστό αναπλήρωσης της ανταποδοτικής και της εθνικής σύνταξης προσεγγίζει το 60% του συντάξιμου μισθού, όταν με τα σημερινά δεδομένα αγγίζει ή και σε ορισμένες περιπτώσεις ξεπερνά το 75%.
Χωρίς μαγικές ή εύκολες λύσεις στο θέμα της άμεσης δημοσιονομικής ελάφρυνσης του ασφαλιστικού, η κυβέρνηση επιλέγει να «προστατέψει» τους χαμηλόμισθους και τους ασφαλισμένους με λίγα έτη ασφάλισης, έναντι των καλύτερα αμειβόμενων εργαζόμενων, που εισφέρουν και περισσότερα στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης.
Αυτή η ιδιότυπη αναδιανομή που επιδιώκεται μέσω του ασφαλιστικού αναμένεται να προκαλέσει έντονες αντιδράσεις τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, καθώς οι δανειστές ζητούν μεγαλύτερη διασύνδεση εισφορών – παροχών, με στόχο να εξαλειφθούν τα κίνητρα για «μαύρη», ανασφάλιστη εργασία.
Στον αντίποδα, το προτεινόμενο σχέδιο δημιουργεί αντικίνητρα ασφάλισης, καθώς όσο περισσότερα έτη ασφάλισης και κατά συνέπεια υψηλότερο μέσο εισόδημα έχει κανείς τόσο μικρότερη σύνταξη θα λάβει (σε σχέση πάντα με αυτά που έχει πληρώσει).
Ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων βασίζεται στις εισφορές ολόκληρου του ασφαλιστικού βίου, ενώ προβλέπονται χαμηλότεροι συντελεστές υπολογισμού της τελικής παροχής.
Σύμφωνα με ειδικούς, μεγάλοι χαμένοι θα αποδειχθούν οι εργαζόμενοι για πολλά έτη, με υψηλές αποδοχές, πάνω από 2.000 ευρώ, καθώς θα δουν τη σύνταξή τους μειωμένη κατά 30% σε σχέση με αυτή που θα έπαιρναν αν εφαρμοζόταν το διπλό σύστημα υπολογισμού που προβλέπει ο νόμος Λοβέρδου – Κουτρουμάνη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, με το παλαιό σύστημα και 35 έτη ασφάλισης, εργαζόμενος που το μέσο μηνιαίο εισόδημά του καθ’ όλη τη διάρκεια της ασφαλιστικής του διαδρομής ανέρχεται σε 800 ευρώ, θα έπαιρνε σύνταξη 781,5 ευρώ, ενώ με το προτεινόμενο η σύνταξη θα πέσει στα 699,3 ευρώ.
Αν ο ασφαλισμένος του παραδείγματος είχε μέσο μηνιαίο εισόδημα 2.000 ευρώ, με το παλαιό σύστημα θα έπαιρνε σύνταξη 1.381 ευρώ, ενώ με το νέο 1.168 ευρώ. Με 20ετία και 1.000 ευρώ μέσο εισόδημα, με τον παλαιό τρόπο η σύνταξη ανέρχεται σε 769,5 ευρώ, ενώ με το νέο πέφτει στα 679 ευρώ.
Αν το εισόδημα στην 25ετία φθάνει τα 1.500 ευρώ, με τον παλαιό τρόπο η σύνταξη υπολογίζεται στα 836,6 ευρώ, ενώ με το νέο στα 762,5 ευρώ. Αντίστοιχα, στην 30ετία, με μέσο εισόδημα 1.400 ευρώ, η «παλαιά» σύνταξη θα ήταν 924,7 ευρώ, ενώ η «νέα» 796,8 ευρώ. Στις 2.000 ευρώ με 30ετία, από 1.157,5 ευρώ η σύνταξη πέφτει στα 973,8 ευρώ.
Μελλοντικές μειώσεις
Το σχέδιο προβλέπει επίσης επανυπολογισμό των συντάξεων και αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο μελλοντικών μειώσεων, στο πλαίσιο της «προσωπικής διαφοράς».
Το σχέδιο προβλέπει επίσης επανυπολογισμό των συντάξεων και αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο μελλοντικών μειώσεων, στο πλαίσιο της «προσωπικής διαφοράς».
Συγκεκριμένα, εφόσον το ποσό που καταβάλλεται είναι μεγαλύτερο από αυτό που θα προκύψει, μετά τον Ιούλιο του 2018, θα ξεκινήσουν οι μειώσεις, μέχρι την τελική αντιστοίχιση με τις συντάξεις όσων θα συνταξιοδοτηθούν μετά την έναρξη ισχύος του νέου νόμου.
Παράλληλα, προβλέπονται αυστηρότερα κριτήρια για χορήγηση ΕΚΑΣ το οποίο καταργείται σταδιακά τον Δεκέμβριο του 2019. Οι μειώσεις στις επικουρικές αναμένονται σημαντικές, καθώς δεν προβλέπεται επικουρική πάνω από το 18% των συντάξιμων αποδοχών, για 40 έτη ασφάλισης.
Και στην περίπτωση των ήδη καταβαλλόμενων επικουρικών, αφήνεται ανοιχτό το ενδεχόμενο μείωσης, μετά το 2018. Τέλος, σημαντικές είναι και οι μειώσεις στα εφάπαξ, κοντά στο 10%.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.