Τρίτη 18 Ιουλίου 2017

Σμυριδορυχεία Νάξου…

Εξι είναι όλα κι όλα τα χωριά της σμύριδας στην ορεινή Νάξο από τα οποία κάποτε ζούσαν ολόκληρες οικογένειες. Η Κόρωνος, το Σκαδό, η Μέση, η Κεραμωτή, η Απείρανθος και ο Δανακός. Γύρω τους, σε μια έκταση εκατοντάδων στρεμμάτων, απλώνονται τα ορυχεία, περίπου 250 στον αριθμό.
 Σε ένα από αυτά εργάζεται ο Γιάννης Κουφόπουλος, που σήμερα είναι 51 ετών και σε έναν χρόνο «βγαίνει» στη σύνταξη. Ζει στην Αθήνα και εργάζεται στις οικοδομές, αλλά το καλοκαίρι κατεβαίνει στη Νάξο, περιμένοντας να ανοίξουν τα ορυχεία. «Εμαθα να δουλεύω στο σμυρίγλι από 8 χρόνων, πλάι στον πατέρα μου. 
Πολλές φορές δεν πήγαινα στο σχολείο για να πάω στα ορυχεία - ήμασταν φτωχή οικογένεια και έπρεπε να βγει το μεροκάματο. Σήμερα είναι κρίμα που η δουλειά έχει απαξιωθεί. Εχουμε δώσει τη ζωή μας γενιές και γενιές μέσα στα ορυχεία, δεν θέλουμε να τα
δούμε να καταρρέουν. Θέλουμε να συνεχίσουν να υπάρχουν για να δίνουν ζωή και στα χωριά μας».
Περίπου 8.000 τόνοι σμύριδας παραδίδονται κάθε χρόνο στο κράτος, το οποίο αναλαμβάνει να την πουλήσει ακατέργαστη, εξασφαλίζοντας τα ένσημα των εργατών. Ο Απόστολος Κουφόπουλος, 31 ετών, που εργάζεται ως ηλεκτρολόγος στη Χώρα της Νάξου, ανηφορίζει στα ορεινά, συνήθως το φθινόπωρο, όταν ξεκινάει η δουλειά. «Το κάνω για την ασφάλισή μου, αλλά και γιατί την αγαπώ αυτή τη δουλειά. Την έμαθα κοντά στον παππού και στον πατέρα μου. Αλλά παλαιότερα ήταν καλύτερα τα πράγματα. Κάποτε οι εργάτες έβγαζαν κάποιο εισόδημα και με αυτό, μας έλεγαν, πήγαιναν και πλήρωναν τα χρέη που τον υπόλοιπο χρόνο έγραφαν στα τεφτέρια. Οι παππούδες μας έχουν «χύσει αίμα» για να ανοίξουν αυτές τις τρύπες. Το κράτος πρέπει να βοηθήσει να αναπτυχθεί η δουλειά μας, να μας στηρίξει», λέει εμφατικά.
Η αγωνία
Κάθε χρόνο η αγωνία είναι η ίδια. Να προλάβουν να παραδώσουν την ποσότητα που έχει συμφωνηθεί, πριν έρθει ο χειμώνας. «Αυτό που ζητούμε είναι τα ορυχεία να ανοίγουν από τον Μάιο ώστε να μην υπάρχει άγχος για την ποσότητα που θα εξορύξουμε και να εξασφαλίζονται έτσι όλα τα ένσημα των εργατών», λέει στην «Κ» ο πρόεδρος του Σωματείου Σμυριδεργατών Λυώνα, Μιχάλης Πάσουλας. «Δύο καντάρια, δηλαδή 112 κιλά σμύριδας, είναι ένα ένσημο, επομένως με περίπου 500 καντάρια ένας εργάτης είναι εξασφαλισμένος», καταλήγει.
Το εργοστάσιο, ο εναέριος και το μουσείο
Η σμύριδα είναι ένα υλικό που χρησιμοποιείται στις βιομηχανίες λειαντικών μέσων και σε αντιολισθητικές εφαρμογές. Από τα μέσα του ’90, βρίσκεται σε εμπορική παρακμή και όπως λένε οι εργαζόμενοι, σε αυτό συνετέλεσε η αδιαφορία του ελληνικού Δημοσίου να προωθήσει το ορυκτό στις διεθνείς αγορές. Το αίτημα σήμερα είναι η βιομηχανική αξιοποίησή του, με την κατασκευή εργοστασίου στην περιοχή, ώστε να έχει μόνιμη απασχόληση ο πληθυσμός της ορεινής Νάξου.
Πάνω από τα ορυχεία, ο εναέριος σιδηρόδρομος που κάποτε μετέφερε τη σμύριδα από την Πηγή μέχρι τον Ορμο της Μουτσούνας, έχει σταματήσει να λειτουργεί από το 1982. Οι κάτοικοι ζητούν την αποκατάστασή του ώστε να αξιοποιηθεί τουριστικά. Οπως και για το Μουσείο της Σμύριδας, έξω από το ορυχείο της Σαραντάρας που στέκει ημιτελές. Εξαιτίας σημαντικών καθυστερήσεων, το έργο βγήκε από το επιδοτούμενο κοινοτικό πρόγραμμα και δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Ο Μανώλης Μανωλάς που αγωνίζεται 20 χρόνια γι’ αυτό το μουσείο λέει στην «Κ» πως θα συνεχίσει την προσπάθεια μέχρι να τα καταφέρει. «Εχω επισκεφθεί δεκάδες παρόμοια μουσεία στην Ευρώπη που τα έχουν αναπτύξει και τα επισκέπτονται χιλιάδες άνθρωποι. Η λειτουργία του μουσείου θα μπορούσε να συμβάλει στην αναζωογόνηση της κοινωνικής και οικονομικής ζωής του τόπου μας, που συνεχώς ερημώνει».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Αρχειοθήκη ιστολογίου