Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2014

Αλλαξαν οι καιροί, να αλλάξει κι ο εκλογικός νόμος,

Η λύπη που γίνεται λίπη. Φαύλος κύκλος;Εχουμε σκεφθεί μήπως οι θεσμοί τρέφουν την πόλωση και απλώς οι πολιτικοί την εξυπηρετούν; Αναφέρομαι στον εκλογικό νόμο και το bonus των 50 εδρών στο πρώτο κόμμα. Αυτή η επιβράβευση γεννά αχρείαστη πόλωση. Κι ενώ όλοι την απεύχονται, το bonus των 50 εδρών την επιβραβεύει. Πώς είναι δυνατόν τα κόμματα να μην ανταγωνίζονται ανελέητα, όταν ο πρώτος είναι όλα και ο δεύτερος τίποτα; Πώς να συνεργασθεί ο πρώτος με τον δεύτερο όταν ο ένας είναι το βασίλειο του κακού για τον άλλον;

Το bonus θεσπίστηκε στη Μεταπολίτευση εξασφαλίζοντας ότι ο πρώτος, που συγκέντρωνε ποσοστά πάνω από 37% συνήθως, θα είχε άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Τότε το ζητούμενο και το νεωτερικό ήταν η κυβερνητική σταθερότητα με τη δημοκρατική εναλλαγή κομμάτων στην εξουσία στο πλαίσιο ενός υγιούς διπολισμού. Με το διπολικό σύστημα των σταθερών μονοκομματικών κυβερνήσεων κατοχυρώθηκε το δημοκρατικό πολίτευμα. Η Ελλάδα κέρδισε θέση στην Ευρώπη και το ευρώ. Ομως όπως ο κόσμος άλλαζε και η Ελλάδα μαζί, με την παγκοσμιοποίηση, παρά την είσοδο στην Ε.Ε. και το ευρώ, αυτό το σύστημα δεν τροποποιήθηκε. Ο διπολισμός κατέληξε στην κάθετη αντιπαλότητα και παρήγαγε απολύτως κομματικό και στη συνέχεια πελατειακό κράτος. Στην πράξη οι θεσμοί παρήγαγαν φτηνή δημοκρατία όπου η κυριαρχία του ενός βασιζόταν στην πλήρη απαξίωση του άλλου. Φτιάξαμε τη Δημοκρατία του μικρότερου κακού. Η Ελλάδα χρεοκόπησε.
Ο διπολισμός καταργήθηκε στην περίοδο της κρίσης και στην πράξη, όταν σε διαδοχικές εκλογές του 2012 αλλά και στις ευρωεκλογές του 2014 τα δύο πρώτα κόμματα αθροιστικά κινήθηκαν στο μισό του εκλογικού σώματος. Η ψήφος των πολιτών ανέδειξε ένα νέο κομματικό τοπίο, το οποίο οι ψηφοφόροι δεν το αντιλαμβάνονται πλέον ως διπολικό ή μονοκομματικής διακυβέρνησης.
Μιλώντας γενικότερα, ο διπολικός, μονολιθικός γεωπολιτικός χάρτης έχει αμετάκλητα αφήσει τη θέση του στην παγκοσμιοποιημένη, ρευστή αλλά δικτυακή και ψηφιακή πραγματικότητα. Η συστημική πόλωση και ο συνακόλουθος φανατισμός απαντιούνται μόνο σε ακραίες καταστάσεις όπως το χαλιφάτο των αποκεφαλισμών στη Συρία και στο Ιράκ. Χρειάζεται η Ελλάδα σήμερα να οπισθοδρομήσει σε μονοκομματικές αυτοδύναμες κυβερνήσεις και διχαστικό φανατισμό που συντηρεί τη στασιμότητα; Σχεδόν το 70% των πολιτών -σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις- αλλά και η κοινή λογική απαντούν «όχι». Η σταθερότητα δεν εξαρτάται από την πλειοψηφία αλλά από τη συνεργασία. Η σταθερότητα που χρειαζόμαστε θα είναι αποτέλεσμα μιας νέας συμφωνίας για τις βασικές κατευθύνσεις λειτουργίας των θεσμών. Ωστε να ενισχύεται η συνεργασία, όχι η ακραία αντιπαλότητα που ευνοεί την ακινησία του συστήματος.
Το bonus να μειωθεί στις 20 έδρες ενώ παράλληλα το ποσοστό για είσοδο στη Βουλή να ανεβεί στο 5%, όπως ισχύει και στη Γερμανία και στην Ιταλία. Ετσι, σαν αντίβαρο στη μείωση του bonus, θα μειωθεί ο κατακερματισμός των πολιτικών δυνάμεων.
Η άνοδος στο 5% θα αποτελέσει και κίνητρο κοινωνικών συμμαχιών, ακόμη και συμπαράταξης κομμάτων. Τα κόμματα μιας χρήσης, απότοκα της κρίσης, θα βρεθούν έτσι σε πιο ώριμα διλήμματα από τη συλλήβδην καταγγελία. Το ίδιο θα ισχύσει και για την ενδημική τάση διασπάσεων της Αριστεράς.
Στον αντίλογο για τον «αποκλεισμό» κομμάτων με το όριο του 5% μπορεί να αντιπαρατεθεί ότι η έκφρασή τους είναι, μετά τον «Καλλικράτη», ευκολότερη και αποδεδειγμένα ισχυρή μέσα από τους αναβαθμισμένους θεσμούς Αυτοδιοίκησης. Για να λειτουργήσει αυτός ο εκλογικός νόμος, χρειάζεται παράλληλα θεσμική κατοχύρωση απόλυτης ισονομίας στα ΜΜΕ για την προβολή των κομμάτων καθώς και πραγματικός έλεγχος εκλογικών δαπανών. Η αλλαγή του εκλογικού νόμου φράζει τον δρόμο σε απανωτές εκλογές, υποχρεώνει τα κόμματα σε συνεργατική διακυβέρνηση γιατί απομακρύνει αισθητά το ενδεχόμενο αυτοδυναμίας.
Τα κόμματα που κινούνται στα δημοσκοπικά όρια του 5% έχουν σαφείς λόγους να συναινέσουν στην αλλαγή γιατί βρίσκουν επιχείρημα στη «χαμένη ψήφο». Δεν είναι λοιπόν νόμος κομματικής σκοπιμότητας μιας χρήσης αλλά μακρόχρονη, διαρθρωτική παρέμβαση επανεκκίνησης στο γερασμένο κομματικό σκηνικό. Η συνεννόηση και η συνεργασία είναι απόλυτες, κρίσιμες εθνικές προτεραιότητες, γιατί γεννούν αλληλοκατανόηση. Παράγουν σταθερότητα χτίζοντας κοινές παραδοχές, δηλαδή υποδομές κοινωνικής συνοχής. Ολα αυτά δεν γίνονται με λόγια κι ευχές. Θα γίνουν όταν οι θεσμοί, οι νόμοι, τα ενθαρρύνουν αντί να τα αντιστρατεύονται. Είναι τελικά εξοργιστικά άδικο να αλλάζουν δραστικά και τόσο εύκολα τα εισοδήματα των μισθωτών και συνταξιούχων ή οι συνθήκες της αγοράς εργασίας, ενώ το κομματικό σύστημα μένει ακίνητο στη βολική πόλωσή του.
 ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΑΚΟΣ*

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Αρχειοθήκη ιστολογίου